To Πραιτοριανό κράτος στην Τουρκία: Από την Gladio στην Ergenekon
Χρήστος Ιακώβου
Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών
Οι τελευταίες συλλήψεις στην Τουρκία για τη γνωστή υπόθεση Ergenekon, αποτελούν ένα άλλο κρίκο στην αλυσίδα αποκάλυψης του Τουρκικού παρακράτους. Η πραγματικότητα αυτή, όπως ξετυλίγεται, έρχεται να επιβεβαιώσει τη βάση πάνω στην οποία στηρίχθηκε τα τελευταία χρόνια ένα μέρος της δυτικής τουρκολογίας για να αναλύσει τις σχέσεις κράτους-κοινωνίας στη σύγχρονη Τουρκία. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο χρησιμοποιήθηκε από πολλούς ερευνητές ο όρος «πραιτοριανό κράτος» για να ερμηνεύσει τη διαπλοκή που δημιούργησε το Τουρκικό κράτος με παρακρατικούς θεσμούς, πάντοτε με τον εθνικιστικό μανδύα, προκειμένου να μπορέσει να ασκεί το ρόλο του ως...Devlet Baba (κράτος πατέρας) και να μπορούν να ασκούν το μονοπώλιο ηγεμονικής ισχύος οι θεσμοί που επιφορτίστηκαν αυθαίρετα να παίζουν αυτό το ρόλο (στρατογραφειοκρατία).
Ο όρος «πραιτοριανό κράτος» εισήχθη για πρώτη φορά στην Πολιτική Επιστήμη από τον αμερικανό καθηγητή Amos Perlmutter το 1974 προκειμένου να προσδιορίσει μία συγκεκριμένη τυπολογία κρατών του Τρίτου Κόσμου. Σύμφωνα με την θεωρητική προσέγγιση αυτή «πραιτοριανό» είναι το κράτος το οποίο αποτελεί όργανο εξουσίας ενός στρατού που η πραγματική του δύναμη ευρίσκεται πίσω από τους πολιτικούς θεσμούς. Πιο συγκεκριμένα, πρόκειται για το καθεστώς όπου μια στρατογραφειοκρατεία, η οποία αποτελεί το επίκεντρο του συστήματος υπαγορεύει τους κανόνες συνοχής και επιβίωσης του κράτους. Σε τέτοια καθεστώτα είναι απαραίτητα η ύπαρξη μίας πραιτοριανής κλίκας η οποία δρα υπογείως και αποτελεί προέκταση της πραιτοριανής εξουσίας. Εντός αυτής της κλίκας υπάρχει στρατιωτική δύναμη, η οποία εγγυάται την υπαγόρευση, την καθοδήγηση και τον περιορισμό δράσεων για δυνάμεις που εισέρχονται απειλητικά στο πολιτικό παιγνίδι σε κρίσιμες περιόδους ή εσωτερικεύονται από διάφορους κοινωνικούς δρώντες. Αυτή, η κλίκα στα πραιτοριανά καθεστώτα παίζει το ρόλο του παρακράτους. Στα «πραιτοριανά κράτη» η κοινωνία είναι, εκ των πραγμάτων, διαχωρισμένη από το κράτος, η ύπαρξη του οποίου ανάγεται σε αυτοσκοπό. Τα άτομα και οι θεσμοί που αποτελούν το «πραιτοριανό κράτος» είναι επιφορτισμένα με την αναπαραγωγή του. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο λειτουργεί και το «πραιτοριανό παρακράτος». Αυτό το θεωρητικό μοντέλο έλκει την προέλευσή του από την ύστερη Ρωμαϊκή περίοδο.
Αρχικά, οι πραιτοριανοί φρουροί (cohors praetoria) συγκροτήθηκαν με σκοπό την προστασία υψηλόβαθμων αξιωματικών. Κατά την εποχή του αυτοκράτορα Αυγούστου, οι πραιτοριανοί φρουροί απέκτησαν το δικαίωμα να εισέρχονται ενόπλως στους ιερούς χώρους του ρωμαϊκού κράτους και με αυτό τον τρόπο έγιναν αυτοκρατορικοί φρουροί. Σταδιακώς, απετέλεσαν μία τάξη με δύναμη και επιρροή στην επιλογή δημοσίων πολιτικών και αυτοκρατόρων καθώς επίσης και στις αποφάσεις της Συγκλήτου. Στο τέλος, έφθασαν να ενισχύουν και να υποστηρίζουν εκείνες τις πολιτικές δυνάμεις οι οποίες υπηρετούσαν περισσότερο τα συμφέροντά τους με αποτέλεσμα να μετασχηματίσουν και να ταυτίσουν το δικό τους συμφέρον με αυτό του κράτους. Αυτός είναι, εν συντομία, ο αρχαϊκός τύπος πραιτοριανής εξουσίας.
Κατά το 19ο αιώνα, ο όρος «πραιτοριανός» χρησιμοποιήθηκε για να προσδιορίσει τον τύπο του κυρίαρχου πολιτικού σώματος ο οποίος παραβιάζει τις αρχές της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας αφήνοντας ταυτόχρονα κάποιο πολιτικό χώρο στο κοινοβούλιο να εφαρμόζει τις εξουσίες του. Κυρίως, χρησιμοποιήθηκε από τον Μαρξ για να χαρακτηρίσει το καθεστώς του Ναπολέοντος ΙΙΙ.
Μέσα στον ορισμό του Perlmutter εμπίπτει και το κεμαλικό κράτος. Πιο συγκεκριμένα, η πτυχή που αφορά τη δημιουργία και δράση του τουρκικού παρακράτους και η σχέση της με την πραιτοριανή εξουσία ανιχνεύεται στην εποχή του ψυχρού πολέμου. Η είσοδος της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ το 1952 αύξησε τις ανάγκες των αμερικανικών υπηρεσιών για επαρκή μέτρα ασφαλείας στο εσωτερικό της χώρας. Η παρουσία αμερικανικών βάσεων στην Τουρκία, η χορήγηση υψηλής τεχνολογίας αμερικανικών όπλων, η ένταξη των τουρκικών δυνάμεων στον αμυντικό σχεδιασμό του ΝΑΤΟ, η ανταλλαγή πληροφοριών καθώς και η χρήση κοινών κωδίκων και συσκευών ασφαλούς επικοινωνίας έθεταν ουσιαστικά προβλήματα ασφαλείας για ολόκληρη τη βορειοατλαντική συμμαχία και εξαρτώντο, σε μεγάλο βαθμό, από την πολιτική σταθερότητα και επιβίωση του κεμαλικού συστήματος, το οποίο εγγυάτο την ομαλή συνέχιση των τουρκοαμερικανικών σχέσεων. Επιπλέον, η στρατηγική επιλογή της Τουρκίας για ένταξη στο ΝΑΤΟ κατέστησε, όπως ήταν φυσικό, ακόμη πιο έντονο το σοβιετικό ενδιαφέρον για τη χώρα αυτή, η οποία έγινε στόχος αυξημένων δραστηριοτήτων φιλοσοβιετικών κομμουνιστικών οργανώσεων. Έτσι, το 1952 ιδρύεται από τη Βορειοατλαντική συμμαχία μια ειδική οργάνωση με την ονομασία «Ελεγκτική Επιτροπή Επιστράτευσης». Επρόκειτο για μία γενική υπηρεσία που δημιουργήθηκε στα κράτη μέλη του ΝΑΤΟ και είχε το χαρακτήρα δικτύου Ανορθόδοξου Πολέμου, γνωστής ως GLADIO. Το παρακρατικό αυτό δίκτυο πραγματοποίησε, υπό το πρόσχημα της αντιμετώπισης του κομμουνιστικού κινδύνου, σωρεία εγκληματικών ενεργειών σε βάρος πολιτών στην πορεία του ψυχρού πολέμου. Στην Τουρκία, το 1965, η Ελεγκτική Επιτροπή Επιστράτευσης μετωνομάσθη σε «Διεύθυνση Ειδικού Πολέμου» (ΔΕΠ) η οποία υπήχθη στον υπαρχηγό των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων.
Σταδιακά, η ΔΕΠ έπαψε να είναι μόνο μία μυστική ειδική στρατιωτική οργάνωση και μετασχηματίστηκε σε οικονομική, πολιτική και πληροφοριακή δύναμη. Έγινε δηλαδή μία άρτια οργανωμένη παρακρατική οργάνωση. Μετά το 1985, οπότε άρχισε να αποδυναμώνεται το δίκτυο GLADIO και διεκόπη η χρηματοδότηση του από τις ΗΠΑ, εθνικοποίησε πλήρως τους στόχους της ενσωματώνοντας ολοκληρωτικά την παραδοσιακή ιστορική πρακτική του κεμαλικού κατεστημένου σχετικά με την αυταρχική αντιμετώπιση των εθνικών μειονοτήτων (Κούρδοι) και των πολιτικών ομάδων που δεν κινούνται στις συντεταγμένες της κεμαλικής ιδεολογίας (ισλαμιστές). Σε αυτό το στάδιο ανιχνεύεται η μετάβαση από την GLADIO στην Ergenekon*.
Όπως αποδεικνύεται, τον τελευταίο χρόνο, με τις διάφορες συλλήψεις στην Τουρκία, η Ergenekon για να επιτύχει τους στόχους της διείσδυσε και οργανώθηκε στα πολιτικά κόμματα, στην υπηρεσία πληροφοριών, στην κρατική ασφάλεια, στο χώρο της Παιδείας, του Τύπου, των θρησκευτικών ιδρυμάτων, και της Δικαιοσύνης. Με υπόγεια δράση επιδιώκει να καθορίσει τις αναγκαίες αναθεωρήσεις νόμων συμπεριλαμβανομένων και του Συντάγματος επιζητώντας να ρυθμίζει τους νόμους ανάλογα με τις δικές τις επιλογές. Αυτή η τεραστία οργάνωση που διείσδυσε και ελέγχει πολλές κοινωνικές, πολιτικές, οικονομικές, πολιτιστικές ακόμη και αθλητικές δραστηριότητες της τουρκικής κοινωνίας, για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της χρηματοδότησης της ανέπτυξε δραστηριότητες στο χώρο του οικονομικού εγκλήματος (εμπόριο ναρκωτικών, λαθρεμπόριο όπλων, λαθρομετανάστευση κ.λπ.) εντός της Τουρκίας (πρβλ. το σκάνδαλο Σουσουρλούκ το 1996) και της κατεχομένης Κύπρου.
Σύμφωνα με την λογική του τουρκικού «πραιτοριανού κράτους» τα μέλη της οργάνωσης είναι πατριώτες που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στην ιδέα της διάσωσης και επικράτησης του τουρκικού έθνους. Τα κριτήρια με τα οποία αξιολογείται ο πατριωτισμός τους προσμετρούνται ανάλογα με τις δολιοφθορές και τις δολοφονίες εναντίον των εχθρών του τουρκικού έθνους, είτε κομμουνιστών κατά το παρελθόν είτε Κούρδων και ισλαμιστών σήμερα. Το γεγονός ότι μέχρι σήμερα έχουν δολοφονηθεί χιλιάδες Κούρδοι και δεν προσήχθη κανένας αστυνομικός και κανένας στρατιωτικός σε δίκη για δολοφονία, αποδεικνύει ότι ο ισχυρισμός αυτός δεν είναι καθόλου υπερβολικός.
Παρά την προσπάθεια του Ερντογάν για εκσυγχρονισμό, ο οποίος είναι ταυτισμένος με την πολιτική του επιβίωση, ο ρόλος του παρακράτους είναι άμεσα συνυφασμένος με το μέλλον του κεμαλικού «πραιτοριανού κράτους». Το παρακράτος συνεχίζει να παραμένει ένα δίκτυο υπόλογο μόνο στον εαυτό του, ειδικά σε ό,τι αφορά τον σεβασμό της νομιμότητας από τα μέλη του. Ταυτοχρόνως, το παρακράτος είναι συνυφασμένο με τον εκδημοκρατισμό της Τουρκίας που μπορεί να επέλθει μόνο όταν η κεμαλική στρατογραφειοκρατεία σπάσει τον επαναλαμβανόμενο κύκλο αυτοσυντήρησής της.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου