Προς νέα... δοκιμασία οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις
Όρους θέτει η Άγκυρα, προκειμένου να δώσει το πράσινο φως για εγκατάσταση στο έδαφός της τής αντιπυραυλικής ασπίδας. Εκτός της εξαίρεσης ονομαστικοποίησης του κινδύνου από το Ιράν ζητά διασφαλίσεις για την εδαφική ακεραιότητά της και συμμετοχή στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και στην τεχνογνωσία. Η τουρκική κυβέρνηση εμφανίζεται αποφασισμένη να διαπραγματευτεί σκληρά για την εγκατάσταση της αντιπυραυλικής ασπίδας στο έδαφός της, παρότι απειλούνται με νέα εμπλοκή οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις. Ήδη έχει ζητήσει διαβεβαιώσεις από τη Συμμαχία ότι η αντιπυραυλική ασπίδα δεν θα στοχεύει αποκλειστικά το Ιράν, θέτοντας εν αμφιβόλω τη συμμετοχή της στο σχεδιασμό της.
Σύμφωνα με τούρκο αξιωματούχο ο υπουργός Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου ήδη έθεσε το ζήτημα στη συνάντηση που είχε πριν από περίπου δέκα ημέρες με την αμερικανίδα ομόλογό του Χίλαρι Κλίντον στις Βρυξέλλες. Η Άγκυρα έχει ξεκαθαρίσει στην Ουάσιγκτον ότι δεν προτίθεται να δεχτεί να αναπτυχθεί μέρος του αμυντικού συστήματος στην επικράτειά της, αν αυτό στοχεύει «εν δυνάμει απειλές», οποιαδήποτε γειτονική χώρα «όπως το Ιράν, η Συρία και η Ρωσία». Η επιλογή της Τουρκίας αλλά και άλλων βαλκανικών χωρών, όπως η Ρουμανία και η Βουλγαρία, πρόβαλλε ως αναγκαιότητα μετά την ακύρωση σχεδίων για εγκατάσταση της ασπίδας σε Πολωνία και Τσεχία. Η προοπτική αυτή είχε οδηγήσει σε κρίση τις αμερικανορωσικές σχέσεις, καθώς η Μόσχα εκτιμούσε ότι αποτελούσε απειλή κυρίως για την ίδια. Ο πρόεδρος Ομπάμα κατάφερε με την αλλαγή των σχεδίων να καθησυχάσει εν μέρει τις ανησυχίες της Μόσχας, ωστόσο η Άγκυρα αναδεικνύεται σε σκληρό διαπραγματευτή και δεν προτίθεται να παραχωρήσει άνευ όρων προνόμια σε μία Συμμαχία της οποίας παραμένει μέλος. Αντιθέτως εξαντλεί όλα τα περιθώρια διαπραγμάτευσης, για να προστατεύσει τα δικά της συμφέροντα, όπως αυτά έχουν διαμορφωθεί με τα ανοίγματά της προς Ιράν και άλλες αραβικές χώρες. Η εξέλιξη αυτή εγείρει περαιτέρω ανησυχίες ότι η τουρκική εξωτερική πολιτική προσανατολίζεται εκτός της σφαίρας της δυτικής συμμαχίας και ευθυγραμμίζεται περισσότερο προς ανατολάς. Η ισλαμικών καταβολών κυβέρνηση Ερντογάν έχει καλλιεργήσει στενές σχέσεις με την Τεχεράνη και δεν είναι η πρώτη φορά που διαχωρίζει τη θέση της σε σχέση με τους δυτικούς συμμάχους. Ήδη τον περασμένο Μάιο ως μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας είχε αντιταχθεί στην επιβολή επιπλέον κυρώσεων κατά του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν.
Δύσκολη ισορροπία
Ο προβληματισμός στους διαδρόμους του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών σχετικά με το ζήτημα της αντιπυραυλικής ασπίδας δεν γεννάται μόνον από την πιθανότητα δυσμενών συνεπειών στην οικονομική συνεργασία που έχει εγκαινιάσει η Άγκυρα με την Τεχεράνη αλλά κυρίως από το ενδεχόμενο η χώρα να μετατραπεί σε στόχο. Η ανησυχία εστιάζεται στο γεγονός ότι η εγκατάσταση ενός τέτοιου συστήματος με συγκεκριμένη αναφορά στοχεύει εναντίον του Ιράν και θα αποτελέσει αιτία για ριζοσπαστικοποίηση της Τεχεράνης και περαιτέρω αποσταθεροποίηση της περιοχής, με αποτέλεσμα την υπονόμευση της πολιτικής της Άγκυρας περί «μηδενικών προβλημάτων» με τους γείτονες, εκτιμά η Φατμά Ντεμιρέλι στη χθεσινή κυβερνητική εφημερίδα «Ζαμάν». Επισημαίνει ακόμη ότι η Άγκυρα βρίσκεται σε δύσκολη θέση εξισορρόπησης των συμφερόντων της με τους δυτικούς συμμάχους της από τη μια και το γειτονικό της Ιράν από την άλλη. Σύμφωνα με το διεθνολόγο καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Μπίλκεντ Μουσταφά Κιμπάρογλου η Τουρκία δεν αντιτίθεται στην εγκατάσταση της αντιπυραυλικής ασπίδας στο έδαφός της, απλώς υποστηρίζει ότι η απειλή δεν προέρχεται από ένα και μόνο κράτος. Τουλάχιστον 30 χώρες θα επιθυμούσαν να αποκτήσουν πυρηνικά όπλα, σημειώνει και τονίζει ότι στο σύγχρονο μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό τοπίο ο εν δυνάμει κίνδυνος δεν πρέπει να συγκεκριμενοποιείται, αλλά να δίνεται εξ αρχής σε αυτόν «μία παγκόσμια διάσταση».
Αξιωματούχος του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών, τον οποίο επικαλείται η εφημερίδα «Telegraph», τονίζει ότι η Άγκυρα έχει γνωστοποιήσει σε ανώτατο επίπεδο ότι αντιτίθεται στο σκεπτικό πως το σύστημα εγκαθίσταται με στόχευση συγκεκριμένες χώρες.
Ωστόσο η άρνηση της Τουρκίας να ενταχθεί στο σύστημα είναι πιθανό να εμβαθύνει το σκεπτικισμό στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη σχετικά με τον προσανατολισμό της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, εκτιμά ο Μαρκ Φιτζπάτρικ, πρώην διπλωμάτης των ΗΠΑ και εμπειρογνώμονας σε θέματα Ιράν σήμερα στο Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών (IISS) στο Λονδίνο. Όπως σημειώνει σε συνέντευξή του στην κυριακάτική «Ζαμάν», ένα «όχι» της Τουρκίας μπορεί να σηματοδοτήσει νέα κρίση στις σχέσεις της με τους δυτικούς συμμάχους της και ιδιαίτερα με την Ουάσιγκτον. Μάλιστα μπορεί να έχει μεγαλύτερες συνέπειες από τη στάση της τον περασμένο Μάιο στο Συμβούλιο Ασφαλείας. «Θα έχει μακροπρόθεσμες συνέπειες», εκτιμά ο Φιτζπάτρικ. Για ενδεχόμενη κρίση στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις αντίστοιχη με το «όχι» της Άγκυρας το 2003 να περάσουν από το έδαφός της τα αμερικανικά στρατεύματα στον πόλεμο κατά του Ιράκ αναφέρθηκε και ο Σεβίλ Κουτσούκοσουμ στην αντιπολιτευόμενη «Hurriyet» την περασμένη βδομάδα.
Οι τρεις όροι της Άγκυρας
Μία ασπίδα προστασίας έναντι οποιουδήποτε μελλοντικού κινδύνου, χωρίς να κατονομάζονται συγκεκριμένες χώρες, είναι το βασικό αίτημα της Άγκυρας, για να συναινέσει στην εγκατάσταση της αντιπυραυλικής ασπίδας, απόφαση που θα ληφθεί κατά τη σύνοδο του ΝΑΤΟ στη Λισαβόνα τον ερχόμενο μήνα. Οι διεκδικήσεις και οι όροι της όμως δεν σταματούν εδώ. Τα προαπαιτούμενα που θέτει, για να δώσει το πράσινο φως, έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον από την πλευρά άσκησης της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Η Τουρκία επιμένει ότι το αμυντικό σύστημα πρέπει να προστατεύει το σύνολο της εδαφικής επικράτειάς της, επικαλούμενη το άρθρο 5, το οποίο, όπως σημειώνουν τούρκοι πολιτικοί αναλυτές, δεν είχε πάντα ορθή εφαρμογή κατά το παρελθόν. Επίσης θέτει θέμα συμμετοχής της στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και στην τεχνογνωσία, επισημαίνοντας τους κινδύνους που εμπεριέχει η τοποθέτηση τέτοιου συστήματος στο έδαφός της για την ασφάλειά της, σε περίπτωση που εχθρική δύναμη θελήσει να αχρηστεύσει το μηχανισμό που θα φιλοξενεί.
ΜΕΡΚΕΛ - ΡΑΣΜΟΥΣΕΝ Απαραίτητη η Ρωσία
Ως μονόδρομο χαρακτήρισε μία κοινή ευρωπαϊκή αντιπυραυλική ασπίδα ο γ.γ. του ΝΑΤΟ Άντερς Φογκ Ράσμουσεν, εκφράζοντας την ελπίδα για συμμετοχή και της Μόσχας στη νέα ευρωατλαντική αρχιτεκτονική ασφάλειας, μετά τη συνάντηση που είχε με τη γερμανίδα καγκελάριο Άγκελα Μέρκελ. Μία στρατηγική εταιρική σχέση με τη Μόσχα αποτελεί τη μόνη ρεαλιστική επιλογή, τόνισε ο Ράσμουσεν, σπεύδοντας να προσθέσει ότι δεν τίθεται θέμα ένταξης της Ρωσίας στο ΝΑΤΟ. Λίγα εικοσιτετράωρα πριν, από την Ντοβίλ της Γαλλίας, όπου πραγματοποιήθηκε η τριμερής σύνοδος Σαρκοζί-Μέρκελ-Μεντβέντεβ, είχε ξαφνιάσει γνωστοποιώντας την πρόθεσή του να παραβρεθεί στη σύνοδο της Λισαβόνας, σημειώνοντας ωστόσο ότι είναι ανοικτός σε διάλογο.
«Καλό μήνυμα» χαρακτήρισε την εξέλιξη η Μέρκελ, προσθέτοντας ωστόσο ότι η συνεργασία με τη Ρωσία θα απαιτήσει μία αργή διαδικασία, αλλά έχει ήδη τροχοδρομηθεί.
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου