Τρίτη 3 Μαΐου 2011

109 καινούργια Sikorsky για την Τουρκία: Μερικά Σχόλια – Μέρος 1ο


Η είδηση ότι η Τουρκία επελεξε τον αναδοχο για τον διαγωνισμό συμπαραγωγής 110 νέων μέσων μεταφορικών ελικοπτέρων αντιμετωπίστηκε στη χώρα μας με τη γνωστή ανησυχία. Σε συνδυασμό με την συνεχή μείωση του αμυντικού προϋπολογισμού και τη γενικευμένη αίσθηση κατάπτωσης και αποσάθρωσης, η είδηση παίρνει διαστάσεις κατάθλιψης. Παρ’ όλα αυτά, τα σχόλια που ακολουθούν την είδηση – τόσο από πολίτες όσο και, δυστυχώς, από πάρα πολλά στελέχη, είναι χαρακτηριστικός των αδυναμιών του ελληνικού αμυντικού συστήματος – που, δυστυχώς, μικρή σχέση έχουνε με την μείωση των αμυντικών μας δαπανών.

Τουρκική Αεροπορία Στρατού και Αιγαίο

Κατ’ αρχάς, είναι σημαντικό να ειπωθεί ότι ο τουρκικός στρατός έχει μακρά παράδοση στην διατήρηση ισχυρής και ικανής αεροπορίας στρατού. Η ανάπτυξη της ΑΣ ξεκίνησε μετά το 1964, με αιτία την πολιτική διάθεση για επέμβαση στην Κύπρο. Επιζητώντας λύση στο στρατιωτικό πρόβλημα μιας επέμβασης στην Κύπρο, οι τούρκοι στρατιωτικοί διατύπωσαν την απαίτηση για δυνατότητα ταχείας αερομεταφοράς σημαντικού όγκου στρατευμάτων στον (ήδη κατεχόμενο) βασικό θύλακα Λευκωσίας-Αγύρτας-Κιόνελι. Η απαίτηση αυτή οδήγησε στη βαθμιαία αλλά συστηματική κι επίμονη αύξηση των τουρκικών ελικοπτέρων, καθώς και τη συνολική ανάπτυξη του όπλου. Το όπλο δοκιμάστηκε με επιτυχία στην Κύπρο το 1974 – με όλες τις επιφυλάξεις που μπορεί κανείς να έχει για την αξία της δοκιμής.

Η πολιτική πρόθεση της Τουρκίας να απειλήσει τα νησιά του Αιγαίου συνέχισαν την υποστήριξη στο Αεροπορικό του Στρατού, ενώ εν συνεχεία η έκρηξη του Κουρδικού αντάρτικου όχι μόνον διατήρησε το όπλο στο επίκεντρο της προσοχής των τούρκων στρατιωτικών αλλά και προσέδωσε στον τουρκικό στρατό πλούσια και πολύτιμη επιχειρησιακή εμπειρία στη διεξαγωγή αεροκίνητων επιχειρήσων. Όσο κι αν κανείς υποστηρίξει ότι οι επιχειρησιακές συνθήκες ενδεχόμενης εμπλοκής του αεροπορικού στο Αιγαίο θα είναι διαφορετικές, δεν πρέπει να υποτιμηθεί η εμπειρία των τούρκων ελικοπτεράδων (αλλά και του επίλεκτου πεζικού με το οποίο συνεργάζονται στις αερομεταφερόμενες επιχειρήσεις). Μέρος της εμπειρίας ασφαλώς έχει σχέση με τις δεδομένες επιχειρησιακές συνθήκες της Χώρας των Κούρδων – που είναι άσχετες με αυτές του Αιγαίου, αλλά (σημαντικότατο) μέρος της εμπειρίας έχει σχέση με τις ίδιες τις διαδικασίες σχεδιασμού και εκτέλεσης επιχειρήσεων ε/π μεγάλης κλίμακας και μεγάλης διάρκειας, που είναι πολύτιμες για οπουδήποτε – και για το Αιγαίο.

Όμως η έκταση των τουρκικών δυνατοτήτων Α/Μ επιχειρήσεων θέτει στο Αιγαίο απειλή που δε φαίνεται να έχει εκτιμηθεί επαρκώς. Και είναι απειλή που εκδηλώνεται στο επιχειρησιακό επίπεδο, αλλά έχει άμεσες επιπτώσεις στο στρατηγικό επίπεδο.

Η υφιστάμενη απειλή από την τουρκική ΑΣ

Η μέχρι τώρα αντίληψη για το ρόλο των αερομεταφερόμενων δυνάμεων σε μία απόπειρα κατάληψης νησιού είναι ότι αυτές θα επιδιώξουν την υποβοήθηση της εξασφάλισης του προγεφυρώματος της κύριας – αμφίβιας – ενέργειας, με την αιφνιδιαστική αποβίβαση τμημάτων σε περιοχές γύρω από το επιδιωκόμενο προγεφύρωμα, τα οποία θα έχουν σαν αποστολή:
■να αποκόψουν την κίνηση δυνάμεων των υπερασπιστών προς την περιοχή του προφεφυρώματος, προκειμένου να αποτραπεί αντεπίθεση κατά τις πρώτες, κρίσιμες ώρες, και μέχρι να διεκπεραιωθούν στην ακτή βαριές δυνάμεις, και
■να καταλάβουν σημεία μεγάλης σημασίας στα ενδότερα του νησιού, τα οποία θα διευκολύνουν τη διεξαγωγή των επιχειρήσεων από την κύρια δύναμη, όταν αυτή θα αναπτυχθεί κανονικά στο προγεφύρωμα και θα ξεκινήσει την πορεία της προς το εσωτερικό, αναμένοντας τη συνένωσή τους με αυτήν.

Σημειώνεται ότι το παραπάνω δεν αφορά την δράση των τουρκικών ειδικών δυνάμεων που θα επιδιώξουν την αποδιάρθρωση της άμυνας σε όλη την έκταση του νησιού, κυρίως με την προσβολή κρίσιμων στρατηγικών στόχων (αποθηκών πυρομαχικών και καυσίμων, λιμένων, αεροδρομίων και εγκαταστάσεων, τηλεπικοινωνιακών εγκαταστάσεων, καθώς και, πιθανόν, πρόσωπα-κλειδιά για την άμυνα του νησιού) που θα καθιστούν αδύνατη τη συνέχιση των επιχειρήσεων και την άφιξη ενισχύσεων, ασχέτως της διαμόρφωσης της τακτικής καταστάσεως.

Υπάρχουν παράγοντες που επιτείνουν την παραπάνω αντίληψη επιχειρήσων:

■Η τουρκική αεροπορία στρατού είναι διαρθρωμένη σε τέσσερα συντάγματα αεροπορίας στρατού, καθένα υπό τη διοίκηση της αντίστοιχης στρατιάς. Αυτό φαίνεται να θέτει στη διάθεση της στρατιάς Αιγαίου (που θα αναλάβει τη διεξαγωγή οποιασδήποτε ενέργειας εναντίον του Αιγαίου) ένα, μόνον, Σύνταγμα ΑΣ.
Όμως εδώ πρέπει να παρατηρηθεί ότι είναι προφανές λάθος να θεωρείται αυτό ανελαστικό. Σε περίπτωση επιχειρήσεων, το σύνολο των ΕΠ θα συγκεντρωθεί άμεσα στην δυτική Μικρά Ασία για να υποστηρίξει τις επιχειρήσεις, κι αυτό είναι κάτι που κατ΄εξοχήν τα ελικόπτερα μπορούν να κάνουν ταχύτατα, και με πολύ μικρή προειδοποίηση.

■Οι μέχρι σήμερα ασκήσεις Efes, οι οποίες θεωρείται ότι δοκιμάζουν το σχέδιο ενεργείας των τούρκων εναντίον μεγάλου νησιού στο Αιγαίο προβλέπουν συνήθως τη δράση ενός σχετικά μικρού ΑΜ τμήματος, δυνάμεως λόχου, το οποίο χρησιμοποιείται σε ρόλους όπως αυτός που αναφέρθηκε πιο πάνω. Προφανώς στην πραγματικότητα δεν αναμένεται η δράση μόνον ΑΜ λόχου (και 15 ε/π), αλλά αναμένεται αντίστοιχος ρόλος: υποβοήθηση της κύριας ενέργειας, η οποία θα είναι αμφίβια.

Τουρκικά ελικόπτερα S-70 Blackhawk και AH-1 Cobra στην άσκηση Εφές 2010. Η συνοδεία των μεταφορικών ελικοπτέρων από επιθετικά θα πρέπει να θεωρείται βέβαιη σε περίπτωση αεραπόβασης.

Όμως πρέπει να παρατηρηθεί ότι αυτό δεν υποχρεωτικό. Είναι γεγονός ότι οι τούρκοι στρατιωτικοί είναι σχετικά συντηρητικοί, και είναι πιθανόν να δοκιμάζουν το σχέδιο που θα εφαρμόσουν. Όμως, να υπενθυμίσουμε ότι το μέρος της άσκησης που αφορά την (νυχτερινή) ενέργεια αεραπόβασης είναι ανοικτό μόνο σε τούρκους δημοσιογράφους, σε χαρακτηριστική αντίθεση με τα υπόλοιπα μέρη της ασκήσεως. Και μόνη η φροντίδα της τουρκικής στρατιωτικής ηγεσίας να κρατήσει το συγκεκριμένο τμήμα μυστικό είναι ενδεικτική.

Νυκτερινές επιχειρήσεις τουρκικών ελικοπτέρων κατά την άσκηση Εφές 2010. Απεικονίζονται ελικόπτερα AS 532 Cougar και αερομεταφερόμενες δυνάμεις μετά την αποβίβασή τους. Το συγκεκριμένο τμήμα της άσκησης καλύπτεται μόνο από τούρκους δημοσιογράφους.

■Είναι γεγονός ότι στην Κύπρο υπήρξε μαζική χρήση ΑΜ δυνάμεων με χρήση ε/π, αλλά εκεί οι ΑΜ δυνάμεις αποβιβάστηκαν εντός ήδη κατεχόμενης και ισχυρά οργανωμένης αμυντικής θέσης (του θύλακα Λευκωσίας) με σκοπό να ενισχύσουν την άμυνά του, μέχρι τη συνένωση με τις βαριές δυνάμεις που θα αποβιβάζονταν στην Κηρύνεια. Δηλαδή, και εκεί οι ΑΜ δυνάμεις δεν κινήθηκαν επιθετικά, αλλά, στην ουσία αμυντικά.
Όμως, στην περίπτωση των νησιών του Αιγαίου έχουμε ακόμη πιο ισχυρές ΑΜ δυνάμεις που ενεργούν εναντίον πολύ μικρότερου στόχου (και αντιπάλου). Οι αναλογία δυνάμεων και χώρου είναι ριζικά διαφορετική.
Οποιαδήποτε σημαντική ΑΜ επιχείρηση των τούρκων εναντίον μείζονος ελληνικού νησιού του Αν. Αιγαίου δεν μπορεί παρά να λάβει χώρα στο πλαίσιο μιας συνολικής ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης, πράγμα που σημαίνει ότι θα πρέπει να έχει επαρκώς κινητοποιηθεί το σύνολο του τουρκικού μηχανισμού που θα συμμετάσχει σε μία τέτοια ενέργεια – και το οποίο είναι πολύ μεγάλο, και άρα μπορεί εύλογα να αναμένεται ότι θα γίνει εγκαίρως αντιληπτό.

Η νέα απειλή στο επιχειρησιακό επίπεδο

Σε πολύ γενικές γραμμές, ο κίνδυνος είναι ο εξής: η παρουσία (πολύ) μεγάλου αριθμού τουρκικών ε/π δίνει τη δυνατότητα στην Τουρκία να διεξαγάγει αιφνιδιαστικά πολύ μεγάλης κλίμακας αερομεταφερόμενη επιχείρηση εναντίον μεγάλου ελληνικού νησιού του Ανατολικού Αιγαίου, ανατρέποντας τη βασική σύλληψη που η ελληνική πλευρά έχει για τον τρόπο ενέργειας των τούρκων – και άρα για το πως πρέπει να αντιμετωπιστούν.
Ο τουρκικός στρατός έχει ήδη στη διάθεσή του 100, περίπου, ε/π sikorsky, 50 περίπου ε/π Cougar, περίπου 100 ε/π UH-1H (τα οποία θα αντικατασταθούν με την νέα παραγγελία των sikorsky), 50 UH-1N (δικινητήρια Huey), ενώ σε εξέλιξη βρίσκεται η προμήθεια 10 βαρέων ε/π Chinook. Το σύνολο των ε/π αυτών επαρκεί απολύτως για την πλήρη αεροκίνηση μίας ελαφράς ταξιαρχίας σε ένα, μόνον κύμα. Είναι ευνόητο ότι ένας τέτοιος όγκος ε/π, εφ’ όσον εμπλακεί, δε θα περιοριστεί σε ένα, μόνον, κύμα.

Η διοικητική διάρθρωση του συνόλου των ε/π σε τέσσερα συντάγματα αεροπορικού, υπό τη διοίκηση των αντιστοίχων στρατιών του ΤΣ δεν πρέπει να παραπλανά. Τα ε/π είναι κατ’ εξοχήν το μέσον με στρατηγική (για την ελληνοτουρκική κλίμακα) ευκινησία. Με άλλα λόγια, είναι απολύτως εφικτό να συγκεντωθεί το σύνολο των τουρκικών ε/π ταχύτατα κι αιφνιδιαστικά στη δυτική ακτή της Μικράς Ασίας, απέναντι από οποιοδήποτε ελληνικό νησί επιλεγεί, αφήνοντας ελάχιστα χρονικά περιθώρια αντίδρασης στην ελληνική πλευρά.

Συναφώς με τη δυνατότητα αερομεταφοράς, από την τουρκική πλευρά έχει στη διάθεσή της 5 ταξιαρχίες επίλεκτου ελαφρού πεζικού ( “καταδρομών”), που έχουν τη δυνατότητα εκτέλεσης αερομεταφερόμενων επιχειρήσεων σε συνεργασία με τα ε/π. Από αυτές, η 1η ταξιαρχία καταδρομών, με έδρα την Καισάρεια είναι ειδικά προσανατολισμένη στη διεξαγωγή Α/Μ επιχειρήσεων, αλλά το σύνολο των ταξιαρχιών αυτών είναι από τη φύση τους εξοικειωμένες με διεξαγωγή α/μ επιχειρήσεων.

Επιπλέον αυτών, κατά τις ασκήσεις Efes, οι τούρκοι έχουν χρησιμοποιήσει τμήματα της 11ης ταξιαρχίας ΠΖ για τη διεξαγωγή των α/μ φάσεων της άσκησης. Το στοιχείο αυτό, μάλιστα, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Δεδεμένης της ύπαρξης των πιο έμπειρων κι εξειδικευμένων σχηματισμών των καταδρομών για τη διενέργεια των ΑΜ επιχειρήσεων, θα ήταν περίεργο να χρησιμοποιηθεί μια απλή ταξιαρχία ΠΖ για το ρόλο αυτό (ο χαρακτηρισμός “motorized” ιστορικά σημαίνει απλώς την οργανική δυνατότητα μετακινήσεως με τροχοφόρα). Επιπλέον, η 11η ταξιαρχία ανηκει στην 4η Στρατιά και εδρεύει στη Λαοδίκεια (ενώ σε αντίστοιχο ρόλο βορειότερα, με έδρα το Αδραμύττιο υπάρχει η 19η ταξιαρχία ΠΖ), δηλαδή ανήκει στον μείζονα σχηματισμό που έχει επισημανθεί ως ο υπεύθυνος για τη διεξαγωγή επιχειρήσεων στο Αιγαίο. Αυτό θα μπορούσε να σημαίνει ότι οι τούρκοι

i) είτε χρησιμοποιούν παραπειστικά τις ταξιαρχίες ΠΖ για να στρέψουν εκεί την προσοχή του ελληνικού μηχανισμού επιτήρησης, και να δώσουν έτσι στις ταξιαρχίες ΚΔ την ευκαιρία να επιτύχουν στρατηγικό αιφνιδιασμό

ii) είτε εκπαιδεύουν σε Α/Μ επιχειρήσεις επιπλέον σχηματισμούς, ώστε να μπορούν να εκμεταλλευτούν στο έπακρο τις αυξημένες δυνατότητες αερομεταφοράς που τους δίνει ο στόλος των επ τους, ειδικά για το ρόλο της εφεδρείας (και τη διεκπεραίωση στο 2ο ή 3ο κύμα)

iii) είτε σχεδιάζουν την εξ αρχής εμπλοκή ταξιαρχίας ΠΖ στην επιχείρηση αεραποβάσεως.

Εδώ το κρίσιμο σημείο είναι οι διαφορές στις δυνατότητες των δύο σχηματισμών: ενώ η ταξιαρχία ΚΔ έχει τριαδική δομή και, πιθανόν, ένα μικρό στοιχείο πυροβολικού από πυροβόλα των 75 mm – πιθανότατα χρησιμοποιούμενα στη Χώρα των Κούρδων λόγω του ειδικού χαρακτήρα του αγώνα εκεί, η ταξιαρχία ΠΖ έχει τετραδική δομή καθώς και μοίρα πυροβολικού στη σύνθεσή της (η οποία μπορεί εύκολα να αερομεταφερθεί). Με άλλα λόγια, η ταξιαρχία ΠΖ αποτελεί έναν τακτικό σχηματισμό με σημαντική ισχύ, ο οποίος, άπαξ και αερομεταφερθεί, δεν είναι αναγκασμένος σε παθητική άμυνα εν αναμονή της συνένωσης με τις βαριές δυνάμεις του προγεφυρώματος, αλλά μπορεί να αναλάβει, άμεσα και αυτόνομα, επιθετικές επιχειρήσεις.

Ποιο είναι το συμπέρασμα από τα παραπάνω; Το βασικό συμπέρασμα είναι ότι ο τουρκικός στρατός έχει τη δυνατότητα για διεξαγωγή αερομεταφερόμενων επιχειρήσεων μεγάλης κλίμακας εναντίον των μεγάλων νησιών του Ανατολικού Αιγαίου. Έχει τη δυνατότητα από άποψη μέσων, δυνάμεων και εμπειρίας. Αλλά το βασικό, εδώ, είναι η μεγάλη κλίμακα.

Ο τουρκικός στρατός μπορεί να αερομεταφέρει αιφνιδιαστικά σε νησί του Ανατολικού Αιγαίου μία πλήρη ταξιαρχία ΠΖ και επιπλέον αυτής, μία σημαντική δύναμη (δύο ή τριών μοιρών καταδρομέων).

Σε σχέση με την έκταση των νησιών-στόχων και τις δυνάμεις που τα υπερασπίζονται, οι τουρκικές αερομεταφερόμενες δυνάμεις είναι πολύ μεγάλες. Για την ακρίβεια, η σύγκριση είναι τέτοια που επιβάλει την αναθεώρηση βασικών υποθέσεων εργασίας για την τουρκική απειλή – και τον τρόπο αντιμετώπισής τους. Οι αερομεταφερόμενες δυνάμεις των τούρκων είναι τέτοιες που το βασικό στερεότυπο μιας τουρκικής ενέργειας: ένταση, κινητοποίηση και προπαρασκευή – αεροπορική κυριαρχία γύρω από το νησί-στόχο – αερομεταφερόμενες επιχειρήσεις σε υποβοηθητικό ρόλο – κύρια αποβατική ενέργεια, πρέπει να αναθεωρηθεί. Μαζί με αυτές πρέπει να αναθεωρηθούν και άλλες βασικές παράμετροι της τουρκικής απειλής, βασικές υποθέσεις εργασίας της ελληνικής αντίδρασης, και βασικές αντιλήψεις για την αντιμετώπισή τους.

Η δυνατότητα ανάπτυξης μιας (πλήρους) ταξιαρχίας πεζικού με ελικόπτερα σε ένα νησί του μεγέθους των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου σημαίνει ότι ο σχηματισμός αυτός δε θα περιοριστεί στην υποστήριξη της κύριας προσπάθειας των δυνάμεων που θα επιχειρήσουν να αποβιβαστούν στο νησί με πλοία, δε θα αναμείνει παθητικά την συνένωσή του με αυτές, και δε θα εξαρτάται (άμεσα) από αυτές για την επιβίωσή του, και δε θα χρειαστεί να αναπτυχθεί σε περιοχές σε άμεση γειτνίαση με την περιοχή του προγεφυρώματος. Μία ταξιαρχία ΠΖ, με την υποστήριξη του οργανικού της ΠΒ θα επιδιώξει να εκτελέσει αποφαστικό επιθετικό ελιγμό, και να τον εκτελέσει σε χρόνο που η ελληνική πλευρά δε θα έχει κατορθώσει να κινητοποιηθεί επαργκώς.

Οι υποθέσεις εργασίας που ανατρέπονται

Μία τέτοια κατάσταση ανατρέπει βασικές υποθέσεις εργασίας της ελληνικής πλευράς, και θέτει σε αμφιβολία το δόγμα και τη διάταξη των αμυνομένων. Πιο συγκεκριμένα:

Η υπόθεση για άμεση εξάρτηση οποιασδήποτε τουρκικής ενέργειας από αποβατική κύρια προσπάθεια θέτει ορισμένες βασικές προϋποθέσεις από τουρκικής πλευράς: Για να γίνει μία τέτοια ενέργεια, θα πρέπει να συγκεντρωθεί επαρκής ναυτική δύναμη σε κάποια μείζονα λιμενική εγκατάσταση της Δυτικής Μικράς Ασίας, και να κινηθούν προς τα εκεί οι ταξιαρχίες που θα λάβουν μέρος στην επιχείρηση. Το είδος αυτό της κινητοποίησης είναι αφ΄ενός χρονοβόρο, αφ΄ετέρου σχετικά “θορυβώδες”, με αποτέλεσμα να θεωρείται εφικτός ο έγκαιρος εντοπισμός του, και άρα εφικτή η (κρίσιμη) κινητοποίηση του ελληνικού αμυντικού μηχανισμού: αραιώσεις αεροσκαφών, συναγερμός και κίνηση των μονάδων των νήσων προς τους χώρους διασποράς, αύξηση της επάνδρωσης των δυνάμεων άμυνας στα νησιά. Με πιο απλά λόγια: η υπόθεση για αποβατική κύρια προσπάθεια αποκλείει το στρατηγικό αιφνιδιασμό.

Το παραπάνω δε σημαίνει ότι πρόκειται να επιχειρηθεί απόπειρα κατάληψης νησιού χωρίς μείζονα αποβατική επιχείρηση – τελικά: οι από θαλάσσης μεταφερόμενες δυνάμεις είναι αυτές που θα καταφέρουν την οριστική επικράτηση. Όμως μεταβάλλονται τρεις βασικές παράμετροι σχετικά με αυτήν:

i) ο χρόνος αντίδρασης της φρουράς του νησιού: οι αποβατικές δυνάμεις δε θα είναι αναγκασμένες να προλάβουν να διασώσουν κάποιες ασθενείς, καθηλωμένες δυνάμεις που τις περιμένουν για να επιβιώσουν. Αντιθέτως, επάνω στο νησί θα βρίσκεται ένας πλήρης, ισχυρός σχηματισμός – σχεδόν εξ ίσου ισχυρός με τον αμυνόμενο. Η αποβατική ενέργεια θα έχει τουλάχιστον 24 ώρες για να εκδηλωθεί – αφού έχει εκδηλωθεί αεραποβατική ενέργεια – πιθανότατα παραπάνω από 48 ώρες, με την προϋπόθεση ότι ο αιφνιδιασμός της αεραπόβασης έχει επιτύχει. Για την επίτευξη στρατηγικού αιφνιδασμού, ένας τέτοιος χρόνος κινητοποιήσεως παραμένει μικρός, αλλά όχι ανέφικτος.

ii) ο χρόνος αντίδρασης των δυνάμεων ενισχύσεως: η προηγούμενη παράμετρος επιδεινώνει την κατάσταση και για τις δυνάμεις ενισχύσεως: ο χρόνος που προϋπολογίζεται για την κινητοποίηση της ναυτικής δύναμής που θα σπεύσει να βοηθήσει τους αμυνομένους, καθώς και της (χερσαίας) δύναμης ταχείας αντίδρασης μειώνεται δραματικά.

iii) η κύρια εχθρική προσπάθεια: η αναμονή της κύριας προσπάθειας από θαλάσσης σημαίνει ότι οι περιοχές των αναμενόμενων ενεργειών είναι συγκεκριμένες, οι αμυντικές δυνάμεις έχουν διαταχθεί με αυτές κατά νου, και τα σχέδια έχουν εκπονηθεί με αυτές σαν επίκεντρο: Τάδε ακτή αποβάσεως, άμεση επάνδρωσή της στις πρώτες ενδείξεις εχθρικής δραστηριότητας, εξασφάλιση των δρομολογίων προς αυτήν, συγκέντρωση των δυνάμεων αντεπιθέσεως κοντά σε αυτή, για άμεσο χτύπημα, φρούρηση των σημείων στρατηγικής σημασίας στο υπόλοιπο νησί από μικρές φρουρές, απλά για εξασφάλισή τους από καταδρομικές ενέργειες. Το σενάριο αυτό παύει να ισχύει: η δυνατότητα αεραπόβασης μιας ολόκληρης ταξιαρχίας ΠΖ (με τα στοιχεία υποστήριξής της) να αποβιβαστούν όπου επιλέξουν σημαίνει ότι ο αμυνόμενος διοικητής αντί να αγωνιά για την εξασφάλιση των οδών προς την περιοχή αποβάσεως θα αγωνιά για την περιοχή εκδήλωσης της αεραποβατικής ενέργειας, με ότι αυτό σημαίνει για τη διάταξη και τη συγκέντρωση των δυνάμεών του.

Η Δυσκολία του Σεναρίου

Το σενάριο που παρουσιάστηκε δεν είναι, ασφαλώς, το πιο πιθανό στρατιωτικό ενδεχόμενο στο Αιγαίο. Οι βασικές ενστάσεις είναι οι εξής:

Μία στρατιωτική επιχείρηση της Τουρκίας δε μπορεί να συμβεί σε πολιτικό κενό. Με άλλα λόγια, δεν είναι δυνατόν η Τουρκία να διενεργήσει ένα πρωί εν ψυχρώ μείζονα στρατιωτική επιχείρηση εναντίον της Ελλάδας. Μία περίοδος κλιμάκωσης της έντασης είναι απαραίτητη για την δικαιολόγηση οποιασδήποτε πολεμικής ενέργειας, αλλά η ένταση, τουλάχιστον θεωρητικά, δίνει στην Ελλάδα ένα περιθώριο κινητοποιήσεως – και το προαναφερόμενο σενάριο δεν είναι εφικτό χωρίς το στρατηγικό αιφνιδιασμό της ελληνικής πλευράς. Πιο απλά, δεν είναι εφικτό, ή είναι αρκετά πιο δύσκολο, αν στα νησιά οι Μοίρες Ελαφρού Αντιαεροπορικού Πυροβολικού βρίσκονται σε ετοιμότητα στους χώρους διασποράς τους.

Παρ’ όλα αυτά, πρέπει να τονιστεί ότι στην πράξη, η διαδικασία κινητοποίησης από ελληνικής πλευράς (όπως και από την πλευρά οποιουδήποτε έχει περιέλθει σε αντίστοιχη με την Ελλάδα πολιτική θέση στο παρελθόν, όπως χαρακτηριστικά το Ισραήλ προ του 1973) δεν είναι τόσο απλή. Οι συνεχείς εντάσεις, απειλές και κινητοποιήσεις από μέρους της τουρκικής πλευράς προκαλούν ένα είδος μιθριδατισμού, που μπορεί να οδηγήσουν σε αδράνεια ή (κρίσιμη) καθυστέρηση στην κινητοποίηση από ελληνικής πλευράς. Επιπλέον το ζητούμενο δεν είναι ο απόλυτος αιφνιδιασμός, αλλά ένα χρονικό παράθυρο αιφνιδιασμού, δηλαδή ένα χρονικό παράθυρο στο οποίο έχει διεθνώς καταστεί σαφής η ένταση, αλλά η ελληνική πλευρά δεν έχει αντιδράσει (ίσως και εσκεμμένα, προκειμένου να αποκλιμακώσει την ένταση) με την απαιτούμενη κινητοποίηση.

Επιπλέον αυτού, η τουρκική στρατιωτική ηγεσία δεν έχει επιδείξει ιδιαίτερη τόλμη στο σχεδιασμό επιχειρήσεων – κι αυτό δεν αναφέρεται ως μομφή. Οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις δεν έχουν ιδιαίτερα μεγάλη πείρα σε σχεδιασμό κι εκτέλεση συμβατικών επιχειρήσεων μεγάλης κλίμακας, και, ευλόγως, είναι συντηρητικές στο σχεδιασμό τους. Η επιχείρηση της εισβολής στην Κύπρο είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα, όπου το τουρκικό σχέδιο ήταν το απολύτως αναμενόμενο και συμβατικό, και από τουρκικής πλευράς δεν έγινε καμία ιδιαίτερη προσπάθεια παραπλάνησης ή αιφνιδιασμού.

Από την άλλη, τα τόσα έτη εμπειρίας στην διεξαγωγή Α/Μ επιχειρήσεων στη Χώρα των Κούρδων είναι ένα πολύτιμο πλεονέκτημα της τουρκικής πλευράς, και δεν είναι απίθανο να μπει στον πειρασμό να το αξιοποιήσει.

Τα ανωτέρω σημαίνουν ότι ένα σενάριο όπως αυτό που παρουσιάστηκε δε μπορεί να είναι το μοναδικό σχέδιο από τουρκικής πλευράς. Είναι πιθανότερο να έχει εκπονηθεί ένα τέτοιο σχέδιο είτε ως σχέδιο “ευκαιρίας”, δηλαδή για την εκμετάλλευση μιας περίπτωσης στην οποία από την τουρκική πλευρά διαπιστωθούν οι κατάλληλες συνθήκες, δηλαδή πολιτική ένταση χωρίς την αντίστοιχη ελληνική κινητοποίηση. Αλλιώς, η τουρκική πλευρά θα είναι αναγκασμένη να καταφύγει σε μία ενέργεια με τη σχετική κλιμάκωση ενεργειών: κινητοποίηση ναυτικών και χερσαίων δυνάμεων, προσπάθεια αεροπορικής υπεροχής πάνω από το χώρο του νησιού στόχου (είτε με τοπικές ενέργειες, είτε με ενέργειες σε όλη την ελληνοτουρκική περιοχή επιχειρήσεων), και, αν το προηγούμενο στάδιο επιτύχει) αεραπόβαση κατόπιν προετοιμασίας.

Πρέπει, όμως, επιπροσθέτως, να τονιστεί ένα ακόμη στοιχείο. Οι στρατιωτικές δυνατότητες του (κάθε) αντιπάλου δεν έχουν βαρύτητα αποκλειστικά στην περίπτωση διεξαγωγής πολέμου. Σε “ψυχροπολεμικές” καταστάσεις, όπως είναι η περίπτωση των ελληνοτουρκικών, έχει ιδιαίτερη σημασία για τις πολιτικές επιλογές η “αντίληψη” ή “εντύπωση” ή “εικόνα” (“perception”) της κάθε πλευράς για την ισχύ της άλλης. Η “αντίληψη” αυτή είναι σχετικά θολή, και αφορά κυρίως αδρές εντυπώσεις, παρά ρεαλιστική στρατιωτική ανάλυση. Είναι όμως σημαντική σε πολιτικό επίπεδο, και κυρίως για τους πολιτικούς, που είναι πιθανόν να εντυπωσιαστούν από την αναφορά σε “300 τουρκικά ελικόπτερα και 5 ταξιαρχίες καταδρομών που είναι έτοιμες να καταλάβουν όποιο νησί διαλέξουν”. Τη σημασία της αντίληψης αυτής την είδαμε γλαφυρά στην κρίση των Ιμίων, όταν μείζονες πολιτικές αποφάσεις ελήφθησαν χωρίς καμία σοβαρή στρατιωτική ανάλυση ή συμβουλή – και για την ακρίβεια, παρά τις αντίθετες εισηγήσεις των υπευθύνων.

(Αναδημοσίευση από το belisarius21.wordpress.com)

Αναγνώστες

About This Blog

  © Blogger templates ProBlogger Template by Ourblogtemplates.com 2008

Back to TOP