Τί σημαίνουν τα αποτελέσματα των δημοτικών εκλογών στην Τουρκία;
Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Εκρηκτική (επαν)εμφάνιση έκανε το τεράστιο κουρδικό πρόβλημα της Τουρκίας στις τελευταίες τοπικές εκλογές, ενώ σημαντική ήττα υπέστη ο Πρωθυπουργός Ερντογάν και το ισλαμικό κόμμα του ΑΚΡ, όχι όμως τέτοιας έκτασης που να θέτει υπό αμφισβήτηση την ικανότητα να συνεχίσει τη διακυβέρνηση.
Το DTP, δηλαδή η μετωπική-νόμιμη πολιτική οργάνωση του ΡΚΚ στην πραγματικότητα, κάτι σαν την ΕΔΑ στην Ελλάδα όταν ήταν απαγορευμένο το ΚΚΕ, να πραγματοποιεί σημαντικές προόδους, κερδίζοντας 99 δήμους, μεταξύ των οποίων οκτώ πρωτεύουσες νομών της ΝΑ Τουρκίας και πρώτα και κύρια το Ντιαρμπακίρ (65%), παρά τη λυσσώδη προσπάθεια των Ισλαμιστών του ΑΚΡ (συνεπικουρούμενων στην περίπτωση αυτή και από το φάσμα των εθνικιστών) να τις κερδίσουν.
Λαοθάλασσες με κουρδικά χρώματα και πορτραίτα σε μερικές περιπτώσεις του φυλακισμένου Οτσαλάν, υποδέχτηκαν την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, ενώ ο αρχηγός του DTP Αχμέτ Τουρκ δήλωσε ότι «ο λαός μας ο οποίος ζει με την ελπίδα της επίλυσης του κουρδικού προβλήματος, μετά την απογοήτευση που ένοιωσε πήρε πίσω τις ψήφους της παρακαταθήκης (προς το ΑΚΡ). H πολιτική άρνησης και καταστροφής έπεσε στο κενό. Παράλληλα, παρουσιάστηκε και μια νέα ευκαιρία για την επίλυσή του μέσω μιας ειρηνικής και δημοκρατικής λύσης»
Πρόκειται για μείζονα ήττα της κουρδικής πολιτικής Ερντογάν )και όχι μόνο=, που επιβεβαιώνει την ισχύ της κουρδικής εθνικής ταυτότητας, παρά τις περιπέτειες του κουρδικού ανταρτικού κινήματος και τη τελική διατήρηση της συνοχής του ΡΚΚ, παρά την ομηρία-σύλληψη του ηγέτη του Οτσαλάν. Οι παραχωρήσεις του τουρκικού κράτους προς τους κουρδικούς πληθυσμούς ήρθαν πολύ αργά και ήταν πολύ λίγες για να αναστρέψουν την τάση αυτή, τουλάχιστον στη ΝΑ Τουρκία. Ήταν όμως ταυτόχρονα αρκετές για να διευκολύνουν την πολιτική δράση των Κούρδων, που οδήγησε στις σημερινές τους επιτυχίες.
Τα αποτελέσματα όμως ήταν δυσάρεστα για το κυβερνών ΑΚΡ του Ερντογάν και στο σύνολο της τουρκικής επικράτειας, κυρίως γιατί ο ίδιος ο Πρωθυπουργός έκανε τις εκλογές προσωπικό του στοίχημα, βάζοντας τον πήχυ της επιτυχίας στο 47%. Αντ’ αυτού, πήρε 39%, δηλαδή 8% λιγότερο, πληρώνοντας κατά τα φαινόμενα την αλαζονεία του, τις επιθέσεις στον τύπο, την υποτίμηση των πολιτών με τα διάφορα αγαθά )ψυγεία κπλ που μοίραζε, τη διαφθορά και, κυρίως, την οικονομική κρίση που έχει γίνει αισθητή ιδίως στα ποσοστά της ανεργίας (η οποία πλησιάζει το 15%, ενώ η πτώση του ΑΕΠ έπιασε ετήσιο ρυθμό 5%, κατά το τέταρτο τρίμηνο 2008). Οι Τούρκοι πολίτες, που στήριξαν ουσιαστικά το ΑΚΡ απέναντι στις απειλές του στρατιωτικο-γραφειοκρατικού πόλου εξουσίας, προχώρησαν τώρα σε μια σημαντική διόρθωση, «εξισορρόπηση» της ψήφου τους, προκαλώντας την πρώτη μείωση της εκλογικής απήχησης των ισλαμιστών από τότε που ήρθαν στην εξουσία, το 2002. Δείχνει όμως ότι αν, στις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές, σχεδόν ένας στους δύο Τούρκους ψήφισε Ισλαμιστές, η ψήφος αυτή ήταν και ψήφος υπέρ της δημοκρατίας, δεν ήταν ούτε άνευ όρων προσχώρηση στο ΑΚΡ, ούτε λευκή επιταγή.
Δείχνει άλλωστε και την ύπαρξη πολλών ΅Τουρκιών΅, αφού στα δυτικά παράλια η αντίθεση στον ισλαμικό “τρόπο ζωής” είναι πολύ έντονη, με τους ψηφοφόρους να στρέφονται στο κόμμα του Μπαϊκάλ, αλλά και να αναγκάζουν τον Μπαχτσελί να στραφεί στο κέντρο, ενώ στο άλλο άκρο, η “Ανατολή” ζητάει τα δικαιώματά της με τη μορφή των Κούρδων. Το ΑΚΡ πιέζεται επίσης στα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας, την Άγκυρα και την Πόλη. Παρόλα αυτά, παραμένει κόμμα όλης της Τουρκίας, ένας ισχυρός και, εκ των πραγμάτων, ενοποιητικός πόλος εξουσίας σε όλη τη χώρα.
Η ήττα του Ερντογάν δεν οδηγεί βέβαια σε αμφισβήτηση της δυνατότητάς του να κυβερνήσει, γιατί οι αντίπαλοί του παραμένουν διασπασμένοι και η απόσταση ασφαλείας από το δεύτερο κόμμα, το CHP του Ντενίζ Μπαϊκάλ (23%) είναι πολύ άνετη. Τρίτο, έρχεται το ΜΗΡ του Μπαχτσελί με 16%, ενώ οι “γνήσιοι ισλαμιστές” πολιτικοί απόγονοι του Ερμπακάν κάνουν την επανεμφάνισή τους με το Κόμμα της Ευτυχίας και του Νουμάν Κουρτουλμούς, ξεπερνώντας το 5%, ποσοστό μικρό μεν, ικανό όμως να ανησυχήσει τόσο το τουρκικό πολιτικό κατεστημένο, όσο και τα δυτικά κέντρα ισχύος.
Ως συνήθως, στην Ελλάδα και την Κύπρο οι ιθύνοντες παρακολούθησαν με ανησυχία την εκλογική αναμέτρηση. Όπως και πριν έρθει ο Ερμπακάν στην εξουσία, έτσι και τώρα, η Αθήνα και η Λευκωσία ελπίζουν στην κάπως μαγική ανάδειξη μιας «καλής Τουρκίας», που θα τις απαλλάξει από του να σηκώνουν το βάρος της αντίστασης της χώρας προς ανατολάς, που εκνευρίζει προς δυσμάς! Δεν μπορούμε ακόμα να εκτιμήσουμε με βεβαιότητα το αποτέλεσμα των εκλογών, και αν καν θα έχει, στην εξωτερική πολιτική της Άγκυρας. Σε μεγάλο βαθμό πάντως οι ελληνικές «αναλύσεις» υπερεκτιμούν ή και παρερμηνεύουν τις συνέπειες του εσωτερικού πολιτικού παιχνιδιού στην Τουρκία, αλλά και τη σχετική συνοχή, παρά τις αντιθέσεις του, του διπόλου “στρατοκεμαλισμός” “ισλαμισμός”. Στην πραγματικότητα, η πολιτική μειζόνων χειρονομιών καλής θέλησης χωρίς αντάλλαγμα της Αθήνας και της Λευκωσίας είναι, υπογραμμίζουν διπλωματικοί παρατηρητές, ο κύριος τρόπος που αφαιρέθηκαν κίνητρα και λόγοι από την Άγκυρα να μετατοπίσει εκείνη τις θέσεις της. Με αποτέλεσμα, η ενταξιακή πορεία της στην ΕΕ, αντί για μοχλό πίεσης να άρει την κατοχή της Κύπρου και τις απειλές στο Αιγαίο,να έχει μεταβληθεί ντε φάκτο σε μοχλό πίεσης σε Αθήνα-Λευκωσία να “συμμορφωθούν” εκείνες προς τις απαιτήσεις της.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου