Δευτέρα 30 Μαρτίου 2009

ΝΟΤΙΟΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ ΚΑΙ ΕΛΛΑΔΑ: Ευκαιρίες και κίνδυνοι


ΟΙ ΑΛΥΣΙΔΩΤΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΑΠΑΙΤΟΥΝ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ
του Ιωάννη Θ. Μάζη
*Ο κ. Ιωάννης Θ. Μάζης είναι Καθηγητής Γεωπολιτικής στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο και Πρόεδρος του Επιστημονικού Συμβουλίου του Ινστιτούτου Αμυντικών Αναλύσεων του ΥΠΕΘΑ *1.
Είναι ιδιαιτέρως σημαντικό να γίνει κατανοητό από την ελληνική πλευρά ότι η υπόθεση του Παλαιστινιακού ζητήματος, οι συνεπακόλουθες εξελίξεις στην εδραίωση της πεποιθήσεως ασφαλείας στο Ισραήλ, οισυνεπαγόμενες βελτιώσεις στις Συρο-Ισραηλινές σχέσεις, η εδραίωση της ασφάλειας και των θεμελιωδών δημοκρατικών ελευθεριών και διαδικασιών στο Ιράκ και το Αφγανιστάν επηρεάζουν άμεσα τις Ελληνο-Τουρκικές σχέσεις αλλά και το μέλλον της Κυπριακής Δημοκρατίας. Και όλα αυτά αποτελούν μία και μόνη αλυσιδωτή αντίδραση για την Ελλάδα, η αρχή της οποίας προσδιορίζεται χρονικά την 17η Δεκεμβρίου.

Η αρχή της αλυσιδωτής αντιδράσεως: Το παλαιστινιακό ζήτημα. Η μετά Αραφάτ εποχή του παλαιστινιακού ζητήματος χαρακτηρίζεται από ένα δρομολόγιο δύο διαφορετικών κατευθύνσεων:
1) Την κατεύθυνση της συγκρούσεως μεταξύ των αντίπαλων ομάδων της ΟΑΠ, της Χαμάς (η οποία και εμφανίζει ευρύτερη της Φατάχ λαϊκή αποδοχή), της Χεζμπολά, αλλά και των διαφόρων «αραφατικών» τάσεων που θα οδηγήσει στον όλεθρο την παλαιστινιακή υπόθεση, και
2) Την επιθυμητή κατεύθυνση της εξευρέσεως «συνεχιστού» του Αραφάτ, ο οποίος όμως θα φέρει τα χαρακτηριστικά του αποδεκτού συνομιλητού από την άλλη πλευρά και συγκεκριμένα την ισραηλινή αλλά και, πρωτίστως, την αμερικανική. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η αποδοχή του από την αμερικανική πλευρά είναι σημαντικότερη, ως δυναμένη να καλύπτει κατά καλύτερο τρόπο τις παλαιστινιακές διεκδικήσεις από το αν το πρόσωπο αυτό ετύγχανε της πλήρους αποδοχής της ισραηλινής κυβερνήσεως. Ο Μαχμούτ Αμπάς, εάν τα πράγματα εξελιχθούν ομαλώς, (ο γνωστός με το οργανωσιακό του όνομα ως Αμπού Μάζεν) εμφανίζεται ως πλέον πιθανός διάδοχος του Αραφάτ και θεωρείται από την ισραηλινή πλευρά ως σκληρός αλλά έντιμος διαπραγματευτής, χαίρει δε της αποδοχής του αμερικανικού παράγοντος.
Και στις δύο περιπτώσεις βεβαίως, είναι λογικό οι διπλωματικές αναφορές μεταξύ των δύο πλευρών να προσδιορίζονται στη Συμφωνία του Όσλο Ι*2 και ΙΙ*3 και στο κείμενο του Οδικού Χάρτη*4. Και αυτό διότι ήτο κοινώς αποδεκτή από την i) αμερικανική διαιτησία και το Κουαρτέτο*5 ii) από την ισραηλινή πλευρά και iii) από την παλαιστινιακή πλευρά. Επίσης, iv) έφερε τη σφραγίδα του Αραφάτ, γεγονός που προσδίδει ηθικο-πολιτική δικαίωση στο κείμενο αυτό για την παλαιστινιακή πλευρά και συνεπώς μεγαλύτερη ευκολία νομιμοποιημένων εθνικώς χειρισμών στον Παλαιστίνιο διάδοχό του. Και στις δύο περιπτώσεις επίσης, το χρονικό διάστημα καταλήξεως σε κοινώς αποδεκτά συμπεράσματα δεν δύναται να είναι ολιγότερο της πενταετίας.

Το συρο-ισραηλινό ζήτημα στη μετά Αραφάτ εποχή
(εκδοχή της περιπτώσεως της αναφερομένης στο σημείο Α.2. του κειμένου)
Η ομαλοποίηση των ισραηλο-παλαιστινιακών ζητημάτων και η προϊούσα θετικώς διαδικασία ειρηνευτικών συνομιλιών μεταξύ των δύο πλευρών είναι φυσικό ότι θα έχει ως συνέπεια την επανεκτίμηση της στάσεως της Συρίας αναφορικώς με τις σχέσεις της με διάφορες ισλαμικές επαναστατικές (παλαιστινιακές ή μη) ομάδες και κινήματα των οποίων τη δράση ανέχεται ή καλύπτει μέχρι σήμερα, συντηρώντας την έκρυθμη κατάσταση στο Ιράκ.
Η Συρία έχει δύο στρατηγικά ζητήματα εθνικού ενδιαφέροντος τα οποία την απασχολούν: i) το πρώτο είναι η συνεχής και αδιάκοπη παροχή ύδατος από τον Ευφράτη (Τουρκία) σε ποσότητες της τάξεως των 750 κ.μ. /sec και ii) η υπόθεση των Υψιπέδων του Γκολάν, επί και εγγύς των εδαφών των οποίων ευρίσκονται οι πηγές του Ιορδάνη.
Η ομαλοποίηση της διαδικασίας ειρήνευσης στο Παλαιστινιακό, με τη συμβολή και της Δαμασκού, θα μπορούσε να ενισχύσει τη θέση της και έναντι της Άγκυρας και έναντι του Τελ Αβίβ ως προς τα δύο αυτά ζητήματα. Σε μια τέτοια περίπτωση η Δαμασκός θα εχαρακτηρίζετο ως παράγων σταθερότητος στη Μ. Ανατολή από την αμερικανική πλευρά, με αποτέλεσμα τα προαναφερθέντα αιτήματά της να αποκτούσαν και τη συνηγορία της Ουάσιγκτον η οποία θα συμπαρέσυρε και την υποστήριξη του Τελ Αβίβ. Τα αποτελέσματα θα ήταν θετικά για τη Δαμασκό και αυτό δεν θα αργήσει να γίνει ορατό από τη συριακή πλευρά, βοηθούντων και των θετικών εξελίξεων στην ισραηλο-παλαιστινιακή διαφορά. Μια παρόμοια εξέλιξη (ομαλοποίηση Παλαιστινιακού, αποκατάσταση δημοκρατικής νομιμότητος στο Ιράκ μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου, διακοπή συριακής βοήθειας προς ισλαμιστικές και παλαιστινιακές οργανώσεις που δρουν στο Ιράκ, την Παλαιστίνη και τον Λίβανο εναντίον ισραηλινών στόχων όπως οι Χεζμπολά και η Χαμάς) θα ανεδείκνυε τη Συρία σε σημαντικό στρατηγικό εταίρο των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε., γεγονός το οποίο θα οδηγούσε στη μείωση της αντίστοιχης στρατηγικής σπουδαιότητος της Άγκυρας. Η Συρία μόνο όφελος θα είχε να απολαύσει από μια ανάλογη εξέλιξη:
1) Η επανενεργοποίηση του σημαντικού πετρελαιαγωγού Βαγδάτης - Μπανιάς (Συρία), του οποίου η λειτουργία διεκόπη το 1982 και ο οποίος εν όψει της επαναλειτουργίας των κοιτασμάτων της Μοσούλης και του Κιρκούκ (Σαντζάκι της Μοσούλης), θα μπορούσε να μεταφέρει περί το 1 Μb/d προς την Αν. Μεσόγειο*6 .
2) Η διασφάλισή της αναφορικώς με «κουρδικές ανατρεπτικές δραστηριότητες» την επόμενη μέρα από αυτήν της ιδρύσεως του ομόσπονδου κουρδικού κράτους στο Σαντζάκι της Μοσούλης (Β. Ιράκ). Δραστηριότητες τις οποίες όμως ο γράφων δεν θεωρεί ούτε πιθανές ούτε δυνατές.
3) Η επαναπόκτηση δικαιωμάτων στο Γκολάν και ελεύθερη πρόσβαση σε μέρος των υδάτινων αποθεμάτων του Ιορδάνη.
4) Η ομαλοποίηση, όμως, των ισραηλο-συριακών σχέσεων στο Γκολάν θα επιτρέψει τη λειτουργία του αγωγού Μοσούλης - Χάιφας μέσω συριακών εδαφών, προσδίδοντας και στη Συρία σημαντική στρατηγική σπουδαιότητα στην περιοχή λόγω της υψηλής ποιότητος του Light Kirkouk oil και του συντόμου της διαδρομής του από τη Μοσούλη προς τη Μεσόγειο μέσω Συρίας.
5) Η επίλυση του θέματος του Φράγματος της Ενότητος στον ποταμό Γιαρμούκ, παραπόταμο του Ιορδάνη, ο οποίος πηγάζει στη Συρία. Με την επίλυση του θέματος αυτού, πέραν των καθαρώς αναπτυξιακών και οικονομικών ωφελημάτων τα οποία θα προκύψουν για τη Συρία*7, η Δαμασκός θα κερδίσει πολιτικό κύρος και φερεγγυότητα στον αραβικό κόσμο, μεγαλύτερη επιρροή στο Αμάν, ευρεία οικονομική συνεργασία με τις ΗΠΑ και ενίσχυση της θέσεώς της ως προς την Άγκυρα αναφορικώς με το ζήτημα του Ευφράτη. Στην υδρογεωπολιτική μετρούν τα σύνθετα πλεονεκτήματα. Η Τουρκία προσπαθεί να λειτουργήσει ως περιφερειακή δύναμη στο περιθώριο των συνομιλιών μεταξύ Ιορδανίας-Συρίας-Ισραήλ, αλλά οι δεσμοί της με τους συμμετέχοντες και τον μεσολαβητή, όπως και η αξιοπιστία των καλών της υπηρεσιών, τίθενται εν αμφιβόλω από τη διεθνή κοινότητα αφενός μεν λόγω της προσπάθειάς της για επιβολή στρατιωτικών λύσεων στο κουρδικό ζήτημα και αφετέρου λόγω των εμφανών επεκτατικών της βλέψεων στα πετρέλαια της Μοσούλης. Το γεγονός λοιπόν ότι κατέχει την κατά τα ανάντη θέση στον ποταμό Ευφράτη μάλλον ενοχλεί, παρά αποτελεί εγγύηση για τους εμπλεκομένους. Είναι δε φυσικό οι ΗΠΑ να θεωρούν την υπόθεση του Φράγματος της Ενότητος μια εξαιρετική ευκαιρία για να προωθήσουν τα συμφέροντά τους στη Μ. Ανατολή επιδιώκοντας την ειρήνη και την ασφάλεια στην περιοχή.
Η μεσολάβηση τής _ ούτως ή άλλως _ εμπλεκόμενης Συρίας στην υπόθεση αυτή είναι φυσικό ότι την αναβαθμίζει στρατηγικά στο υποσύστημα της Μ. Ανατολής μειώνοντας αντιστοίχως τη στρατηγική βαρύτητα της Τουρκίας.

Το ζήτημα της ομαλοποίησης στο Ιράκ
Ομόσπονδο κουρδικό κρατίδιο στο Β. Ιράκ (Σαντζάκι της Μοσούλης
Η ομαλοποίηση στο Ιράκ, όπως έγινε πλέον εμφανές από τα σημεία Α και Β, θα είναι προϊόν των θετικών εξελίξεων των ειρηνευτικών συνομιλιών στο Παλαιστινιακό τής μετα-αραφατικής εποχής και της εξ αυτού αναμορφώσεως της συριακής εξωτερικής πολιτικής. Η ομαλοποίηση όμως και ο εκδημοκρατισμός, έστω και κατά τα φυλετικο-θρησκευτικά μεσανατολικά πρότυπα, του Ιράκ ενέχει τη δημιουργία ομόσπονδου κουρδικού κρατιδίου στο Σαντζάκι της Μοσούλης. Το κουρδικό αυτό κρατίδιο _ μεγέθους της Σκωτίας _έχει τα σημαντικότερα αποδεδειγμένα κοιτάσματα αργού πετρελαίου (ποιοτικώς και ποσοτικώς) στην ιρακινή επικράτεια και είναι προς το συμφέρον των δύο αυτών δυνάμεων να έχουν το έλεγχό τους. Το φημισμένο για τη χαμηλή περιεκτικότητά του σε θείο, άρα υψηλότατης ποιότητος, πετρέλαιο του Κιρκούκ (Light Kirkuk) είναι επίσης γνωστό και περιζήτητο λόγω του χαμηλότατου κόστους εξορύξεώς του που φθάνει μόλις το ένα δολάριο το βαρέλι. Συγκριτικώς αναφέρω ότι τα πετρέλαια του Ομάν και της Μαλαισίας, που θεωρούνται επίσης χαμηλού κόστους εξορύξεως, εγγίζουν τα 5 δολάρια το βαρέλι, ενώ τα πετρέλαια της Β. Θαλάσσης εγγίζουν τα 16 δολάρια το βαρέλι και τα αμερικανικά αποθέματα ξεπερνούν τα 20 δολάρια το βαρέλι.
Εξάλλου, ο πετρελαιαγωγός Μοσούλης-Ιορδανίας-Χάιφας (Ισραήλ) θα επαναλειτουργήσει με απόλυτη αναβάθμιση του Ισραήλ ως σημαντικότατου, διεθνούς εμβελείας, στρατηγικού ενεργειακού συντελεστή. Η αναβάθμιση αυτή του Ισραήλ και η ταυτόχρονη υποβάθμιση της «Τουρκίας των στρατηγών» ενισχύει σε μεγάλο βαθμό και το κουρδικό στοιχείο στην περιοχή, όπως και αναδεικνύει το υπό δημιουργία κουρδικό ομόσπονδο αυτό κρατίδιο στο Β. Ιράκ σε επίσης σημαντικότατο παράγοντα προβολής ισχύος των ΗΠΑ στη Μ. Ανατολή και θα πρέπει να ιδωθεί και ως εξάρτημα του δικτύου αντιβαλλιστικής αμύνης των ΗΠΑ (βλ. κατωτέρω, σημείο Ε).
Οι συνεπαγωγές για το μέλλον των στρατηγικών ισορροπιών στην περιοχή της Μ. Ανατολής με δεδομένα τα ανωτέρω αλλά και την άκρως θετική στάση της Ιορδανίας προς τις ΗΠΑ είναι σχεδόν προφανείς, δηλ.:
Τα κοιτάσματα πετρελαίου του και η μελλοντική ενεργοποίηση της προαναφερθείσης πετρελαϊκής οδού Μοσούλης-Χάιφας (Ισραήλ) θα αλλάξει στην κυριολεξία τα γεωστρατηγικά και γεωπολιτικά δεδομένα της περιοχής έχοντας επενέργειες ακόμη και στις εσωτερικές πολιτικές ισορροπίες των μεσογειακών κρατών. Μια ματιά στον συνημμένο Χάρτη 1, μας βοηθά να κατανοήσουμε το ότι ο ελέγχων τα κοιτάσματα της Μοσούλης ελέγχει την ενεργειακή των διαδρομή μέσω Τουρκίας (σύνορα Συρίας -Τουρκίας) και την εναλλακτική του υποκατάσταση αναλόγως των επικρατουσών πολιτικών καταστάσεων με αυτήν του δρομολογίου Μοσούλη-Κιρκούκ-Χάιφα.
Είναι βεβαίως προφανές ότι, για τους δύο προαναφερθέντες λόγους, το στρατηγικό βάρος της Τουρκίας και στην περίπτωση αυτή θα μειωθεί σημαντικά για την υπερατλαντική πλευρά, προκαλώντας τα ανάλογα διπλωματικά ωφελήματα για την Αθήνα.
Οι κίνδυνοι όμως «κουρδικής αλυτρωτικής εκρήξεως» τους οποίους επικαλείται η τουρκική πλευρά, όπως οι κίνδυνοι τους οποίους _ κατά την Άγκυρα _ υποτίθεται ότι διατρέχουν οι 150.000 Τουρκμένιοι, οι οποίοι διαβιούν στο Σαντζάκι της Μοσούλης, είναι διαφορετικής φύσεως και αξιολογούνται ως παντελώς ανυπόστατοι, ιδιαιτέρως μάλιστα υπό το καθεστώς της αμερικανο-βρετανικής κηδεμονίας υπό το οποίο θα διατελεί το ομόσπονδο αυτό κρατίδιο. Ούτως ή άλλως, από αμυντική και πληθυσμιακή άποψη, κάποιας μορφής επιθετική έκρηξη από το κρατίδιο αυτό εναντίον της Τουρκίας ισοδυναμεί με πιθανή επιθετική ενέργεια του... Λουξεμβούργου εναντίον της Γαλλίας ή των Σκοπίων εναντίον της... Ελλάδος. Από δε την πολιτική πλευρά και με δεδομένη τη ριζική αλλαγή των γεωστρατηγικών παραγόντων στην περιοχή, όπως αναφέρονται στο ανά χείρας κείμενο, τέτοιος κίνδυνος ανάγεται στον χώρο της μεταφυσικής. Οι τουρκικές διαμαρτυρίες εντάσσονται, απλούστατα, στο πλαίσιο της προσπάθειας αυξήσεως της διαπραγματευτικής ισχύος της Άγκυρας έναντι των Αγγλο-αμερικανών για την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη «συμμετοχή» της στα πετρελαϊκά κοιτάσματα της περιοχής του Β. Ιράκ. Άλλωστε, η κουρδική εθνότητα στα τουρκικά εδάφη είναι τόσο εξαπλωμένη εδαφικώς (βλ. Χάρτη 2) και πληθυσμιακώς ώστε εάν υπήρχε πράγματι τέτοιος κίνδυνος θα μπορούσε να είχε εκδηλωθεί από τα εδάφη της ΒΑ Συρίας ή τα εδάφη του ΝΔ Ιράν, από χώρες δηλαδή με τις οποίες η Τουρκία ουδέποτε διατηρούσε τις καλύτερες των επαφών και μάλιστα σε εποχές ισχυρών κλυδωνισμών στις μεταξύ των σχέσεις. Άλλωστε, η ομαλοποίηση στο Αφγανιστάν απελευθερώνει στο εγγύς μέλλον (ορίζοντας πενταετίας) την δίοδο Κ. Ασίας-Αφγανιστάν-Πακιστάν-Ινδικός Ωκεανός η οποία διοχετεύουσα (βλ. Χάρτη 3) τα κοιτάσματα υδρογονανθράκων _ και ιδιαιτέρως φυσικού αερίου _ διά της συντομοτέρας οδού προς την ιλιγγιωδώς ανερχόμενη αγορά της Ινδίας μειώνει ακόμη περισσότερο τη στρατηγική σημασία της Τουρκίας ως προς τις ΗΠΑ στο πλαίσιο του γεωπολιτικού συστήματος Κασπία-Κεντρική Ασία-Μ. Ανατολή.
Και μόνη η συνειδητοποίηση από ελληνικής πλευράς αυτού του γεγονότος θα πρέπει να καταστήσει σαφείς στους σχεδιαστές της ελληνικής αμυντικής και εξωτερικής πολιτικής τους κύριους άξονες των κατευθύνσεών τους. Και οι άξονες αυτοί είναι:
1) Προσπάθεια «αγοράς χρόνου» από πλευράς Αθηνών σε ό,τι αφορά διαφορές πάσης φύσεως με τη γείτονα Τουρκία και ιδίως σε ζητήματα που διαμορφώνονται με κυρίαρχο χαρακτηριστικό την πίεση από πλευράς Άγκυρας επί της Αθήνας μεσολαβούσης της Ουάσιγκτον ή/και του Λονδίνου.
Η περίπτωση της 17ης Δεκεμβρίου παρέχει μια εξαιρετική ευκαιρία για την ελληνική πλευρά να επιτύχει κάτι ανάλογο, αλλά μόνο υπό την προϋπόθεση ότι θα επιτύχει, σε συνεργασία με τη Λευκωσία, την καταγραφή ορισμένων (εκ των στο σημείο Ε του ανά χείρας κειμένου) προϋποθέσεων, αφορουσών τις ελληνοτουρκικές και τουρκοκυπριακές σχέσεις, στα Συμπεράσματα αυτής της Συνόδου Κορυφής.
Η συμπερίληψη αυτών των προϋποθέσεων και η μετέπειτα διαρκής προσοχή στην εφαρμογή τους από ευρωπαϊκής πλευράς*8 θα καταστήσουν εφικτή την «αγορά χρόνου» για την κυπριακή και ελλαδική πλευρά.

Το σκοπιανό ζήτημα
Το liberal γραφειοκρατικό κατεστημένο του US Department of State, ελαχίστη σχέση έχοντος με τις αντιλήψεις των ρεπουμπλικανών του κ. Μπους, εκμεταλλευόμενο την ευαισθησία του νεοεκλεγέντος Αμερικανού προέδρου απέναντι στο ισλαμιστικό κίνημα και τις βαλκανικές του παραφυάδες (τις οποίες το ίδιο αυτό κατεστημένο εγκατέστησε και άνδρωσε στην Αλβανία, στο Κόσοβο και στη δυτική FYROM), προέβη στη μη σώφρονα πυροδότηση ενός ζητήματος με την αντίληψη ότι συμβάλλει στη διαδικασία της ανασχέσεως του αλβανοϊσλαμικού επεκτατισμού και αλυτρωτισμού στη Βαλκανική. Η συμβολή του εν λόγω χειρισμού στη διαδικασία της ανασχέσεως αυτής δεν θα ήτο αμφιλεγόμενη, εάν δεν είχε τον χαρακτήρα του αιφνιδιασμού φίλης και συμμάχου κυβερνήσεως (Ελλάς) η οποία βοήθησε τις ΗΠΑ με ένα λόχο στο Αφγανιστάν, με μία φρεγάτα που περιπολεί στον Αραβοπερσικό για την περίπτωση του Ιράκ και η οποία ήτο πλήρως αλληλέγγυα σε θέματα καταστολής και πρόληψης της διεθνούς τρομοκρατίας με την Ουάσιγκτον. Το ζήτημα της ονομασίας της FYROM υπάγεται σε διαδικασία θεσμοθετημένη, από την Ενδιάμεση Συμφωνία του 1995, στο πλαίσιο διαλόγου υπό την αιγίδα του ΟΗΕ και υποβοηθούντος Ειδικού Μεσολαβητού, του κ. Μ. Νίμιτς. Οιαδήποτε προσπάθεια διπλωματικής αντιμετωπίσεως αυτού του τετελεσμένου μπορεί πλέον να γίνει στο πλαίσιο της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ, όπως εξήγγειλε ήδη από τις Βρυξέλλες ο Έλληνας Πρωθυπουργός κ. Κ. Καραμανλής, αλλά και στο ήδη υπάρχον πλαίσιο του ΟΗΕ.
Το ζήτημα, όμως, των πιθανών ελληνικών διπλωματικών πιέσεων προς την FYROM εντός του ευρωκοινοτικού πλαισίου προσθέτει ακόμη ένα θέμα «δυσαρέσκειας» των Ευρωπαίων εταίρων μας έναντι των Αθηνών και βαρύνει την ήδη βεβαρημένη ατζέντα των ελληνο-ευρωπαϊκών «δυσάρεστων» θεμάτων που θα συζητηθούν (;) την 17η Δεκεμβρίου εν όψει της γνωστής υποθέσεως περί ημερομηνίας ενάρξεως των διαδικασιών εισδοχής της Τουρκίας στην Ε.Ε.
Ίσως στο σημείο αυτό θα έπρεπε να αναζητηθεί και η βαθύτερη σκοπιμότητα της αιφνιδιαστικής αυτής, όσο και άκομψης διπλωματικώς, ενέργειας του αμερικανικού ΥΠΕΞ. Πρέπει λοιπόν η ελληνική πλευρά να μην ενδώσει στον πειρασμό να μεγαλοποιήσει το ζήτημα του σκοπιανού ονόματος για λόγους (αμφιβόλου πάντως) εσωτερικής καταναλώσεως, διότι μειώνει τη διαπραγματευτική της ικανότητα και τα αντίστοιχα όπλα της στα ζητήματα των ρητρών που θα πρέπει να απαιτήσει να τοποθετηθούν στα συμπεράσματα της Διασκέψεως Κορυφής της 17ης Δεκεμβρίου, εν όψει της τουρκικής ημερομηνίας ενάρξεως διαδικασιών εισδοχής.
Πρέπει ακόμη να καταστεί σαφές προς την κυβέρνηση Μπους ότι το ζήτημα που πραγματικώς οφείλει να την απασχολεί είναι η εξάπλωση του ισλαμο-αλβανικού αλυτρωτισμού στα Βαλκάνια και όχι άλλες «βαλκανικού τύπου» περιπέτειες που αναιρούν οποιαδήποτε σταθεροποιητική προσπάθεια στα Βαλκάνια.
Στο σημείο αυτό, εκτιμά ο συντάκτης, τα συμφέροντα της χώρας αλλά και της Κυπριακής Δημοκρατίας έχουν πολλά κοινά σημεία με αυτά του Τελ Αβίβ και πρέπει να ιδωθούν από την πλευρά αυτή οι ελληνο-ισραηλινές και κυπρο-ισραηλινές σχέσεις με στόχο τη στρατηγική τους βελτίωση. H πραγμάτωση του ενδεχομένου αυτού θα συμβάλει επίσης στη μείωση του στρατηγικού βάρους της γείτονος, αλλά πρέπει να αντιμετωπισθεί χωρίς χρονοτριβή.

Το ελληνο-τουρκικό και ελληνο-τουρκο-κυπριακό ζήτημα
Είναι σαφές ότι η ελληνική πλευρά έχει ζητήματα/προϋποθέσεις να θέσει (για την αποδοχή από πλευράς της αποδόσεως της τουρκικής ημερομηνίας), στα προαναφερθέντα συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής της 17ης Δεκεμβρίου.
1) Την προϋπόθεση άρσεως του casus belli εις βάρος της χώρας από πλευράς Τουρκίας.
2) Την προϋπόθεση του νομικώ τω τρόπω καθορισμού της υφαλοκρηπίδος του Αιγαίου και αποδοχή αυτού του τρόπου ως μοναδικού από την πλευρά της Άγκυρας.
Από τη νόμιμη κυπριακή κυβέρνηση πρέπει να απαιτηθούν οι κάτωθι προϋποθέσεις για το ίδιο κείμενο των Συμπερασμάτων:
1) Αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας από πλευράς Άγκυρας
2) Αποχώρηση των στρατευμάτων κατοχής από τη νήσο
3) Αποχώρηση μέρους των Τούρκων εποίκων από τη νήσο
Το πρώτο είναι λογικώς και νομικώς απαραίτητο προαπαιτούμενο για ένα κράτος που επιθυμεί να γίνει μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας και τα δύο επόμενα σημεία συνοδεύονται από σχετικές αποφάσεις του ΟΗΕ υποστηριζόμενα από το Διεθνές Δίκαιο ούτως ή άλλως. Αυτή είναι η σημαντική πτυχή των διαπραγματεύσεων και όχι η διολίσθηση προς τη σκοπιανολογία.

Αντιβαλλιστική άμυνα των ΗΠΑ και γεωστρατηγικές επιπτώσεις στην περιοχή της Μ. Ανατολής:
O στρατηγικός ρόλος της Ελλάδας
Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών, αναμένεται η ανάπτυξη Διηπειρωτικών Βαλλιστικών Πυραύλων (ICBMs-Intercontinental Ballistic Missiles), από «εχθρικές» χώρες, σε διάστημα 10-15 ετών από σήμερα. Στο διάστημα αυτό θα πρέπει να ευοδωθούν οι ερευνητικές προσπάθειες για την ανάπτυξη αποτελεσματικής άμυνας κατά τη φάση της εκτόξευσης.
Στην ίδια μελέτη, ωστόσο, υποστηρίζεται ότι η εξουδετέρωση στη φάση εκτόξευσης είναι εφικτή, όταν η απειλή προέρχεται από πλοία που θα επιχειρήσουν την εκτόξευση βαλλιστικού πυραύλου μικρού ή μέσου βεληνεκούς (S/MRBM-Short/Medium Range Ballistic Missile), στα ανοιχτά των Ηνωμένων Πολιτειών. Αυτό που απαιτείται είναι η παρακολούθηση του εχθρικού πλοίου από πολεμικά σκάφη με αντιβαλλιστικές δυνατότητες, σε απόσταση μικρότερη των 40 χιλιομέτρων.
Πρακτικά και σε πολιτικό επίπεδο, τα συμπεράσματα της μελέτης καταδεικνύουν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες σε κάθε περίπτωση θα χρειαστούν τη συνεργασία χωρών οι οποίες βρίσκονται γεωγραφικά πλησίον των «εχθρικών» χωρών. Υπολογίζεται ότι οι αντιβαλλιστικές δυνάμεις θα πρέπει να βρίσκονται σε απόσταση 400-1.000 χιλιομέτρων από το σημείο εκτόξευσης.
Η γεωγραφική εγγύτητα της Ελλάδας με τη Μέση Ανατολή και χώρες από τις οποίες μπορεί να προκύψουν προβλήματα στο μέλλον (π.χ. Ιράν), την εντάσσει στην ομάδα των χωρών, τη συνεργασία των οποίων θα ζητήσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Ιδιαίτερα αν η Ελλάδα αναπτύξει ναυτικά συστήματα, τα οποία θα μπορούν να λειτουργήσουν ως πλωτές αντιβαλλιστικές βάσεις, θα μπορούσε να λειτουργήσει ως το «αντιβαλλιστικό προπύργιο» τόσο των ΗΠΑ όσο και της Ευρώπης.
Η πιθανολογούμενη απόκτηση του ισραηλινού αντιβαλλιστικού συστήματος Arrow 2 από την Τουρκία*9 και η πιθανή ένταξη της Τουρκίας στην ομάδα των χωρών «πρώτης γραμμής» για την αμερικανική αντιβαλλιστική άμυνα, καθιστούν ιδιαίτερα σημαντικό για τα ζωτικά ελληνικά συμφέροντα το συγκεκριμένο ζήτημα.
Επίσης, αν αληθεύει η ανωτέρω πληροφορία, μάλλον επιβεβαιώνεται η εκτίμηση ότι ο πρόεδρος Μπους θα δώσει μεγάλη έμφαση στην ανάπτυξη της αντιβαλλιστικής άμυνας.
Κρίνεται σκόπιμο να αρχίσει να διερευνάται από τις αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Άμυνας και Εξωτερικών το πώς θα μπορούσε η Ελλάδα να ενταχθεί στο δίκτυο συστημάτων αντιβαλλιστικής προστασίας της Ευρώπης και της Δύσης συνολικότερα και τα πιθανά οφέλη και τα προβλήματα που θα μπορούσαν να προκύψουν από παρόμοια εξέλιξη. Μια τέτοια εξέλιξη θα γεννούσε για την Ελλάδα κινδύνους, αλλά και ευκαιρίες. Η συμμετοχή στην υπό δημιουργία παγκόσμια αντιβαλλιστική «ομπρέλα» των ΗΠΑ, θεωρητικά τουλάχιστον, θα μπορούσε να αναδείξει την Ελλάδα σε χώρα-στόχο των «επικίνδυνων χωρών-παριών» του διεθνούς συστήματος.
Ο αντίλογος όμως αφορά τις δυνατότητες που διανοίγονται για τη διεξαγωγή επιτυχών διαπραγματεύσεων με τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες θα μπορούσαν να καταλήξουν στην αποκόμιση σημαντικών ωφελημάτων σε πολιτικό, στρατιωτικό και τεχνολογικό επίπεδο.
Όσον αφορά τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, θα μπορούσαν να αποκτήσουν πρόσβαση σε οπλικά συστήματα για τα οποία μέχρι στιγμής υπάρχει απαγόρευση εξαγωγής και η ελληνική αμυντική βιομηχανία θα μπορούσε να διεκδικήσει συμμετοχή στα ερευνητικά προγράμματα που θα διασφαλίσουν τη βιωσιμότητά τους.
Η αμυντική συνεργασία με το Ισραήλ, παράλληλα με την προαναφερθείσα με τις ΗΠΑ, κρίνεται ως απαραίτητη ιδιαίτερα στον τομέα συμπαραγωγής οπλικής τεχνολογίας. Οι κίνδυνοι μειώσεως της στρατηγικής σημασίας της χώρας μας στον τομέα της αντιβαλλιστικής άμυνας των ΗΠΑ προέρχονται από τη δυνητική εκμετάλλευση από πλευράς ΗΠΑ της γεωγραφικής περιοχής του βορείου (κατεχομένου) τμήματος της Κύπρου, των ανατολικών περιοχών της Βαλκανικής (Βουλγαρία, Ρουμανία), νοτίων γεωγραφικών ζωνών των Βαλτικών Χωρών (Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία) και της Φινλανδίας και (ως δεύτερη γραμμή αντιβαλλιστικής αμύνης) αυτήν των κρατών της Ανατολικής Ευρώπης (Τσεχία, Σλοβακία, Πολωνία). Η Ελλάδα θα πρέπει να εκμεταλλευθεί όλες εκείνες τις γεωφυσικές της ιδιαιτερότητες (Αιγαίο, Ιόνιο) που τις επιτρέπουν να παραμένει στο γεωστρατηγικό παίγνιο της περιοχής με ιδικόν της ιδιαίτερο ρόλο. Αν όμως ο θαλάσσιος χαρακτήρας της Ελλάδος αλλοιωθεί και η εθνική της κυριαρχία επί των υδάτων του Αιγαιακού Αρχιπελάγους μειωθεί με οποιονδήποτε τρόπο, η χώρα παύει να διαδραματίζει στρατηγικό ρόλο στο γεωπολιτικό υποσύστημα της Ανατολικής Μεσογείου, χάνει τη βαρύτητά της ως στρατηγικός σύμμαχος των ΗΠΑ εφόσον σε χερσαίο επίπεδο υποκαθίσταται εύκολα και ανώδυνα από τα ανωτέρω εθνικοχωρικά συμπλέγματα.
Για την επίτευξη όλων των ανωτέρω απαιτείται μείωση του στρατηγικού βάρους της γείτονος η οποία θα επισυμβεί συν τω χρόνω λόγω των προαναφερθεισών εξελίξεων στην περιοχή. Ο χρόνος, όμως, αυτός πρέπει πάση θυσία να εξευρεθεί. Και θα εξευρεθεί εάν η 17η Δεκεμβρίου θέσει τα θεμέλια για την εξεύρεσή του.

*1 Οι υποστηριζόμενες θέσεις στο παρόν κείμενο εκφράζουν και δεσμεύουν μόνον, και αποκλειστικώς, τον συγγραφέα. Δεν εκφράζουν κατ ανάγκην το ΙΑΑ ή το ΥΠΕΘΑ.
*2 Συμφωνία του Καΐρου ή Όσλο Ι της 4ης Μαΐου 1994
*3 Συμφωνία της Τάμπα ή Όσλο ΙΙ της 28ης Σεπτεμβρίου 1995 ή Ενδιάμεση Συμφωνία για τη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας.
*4 Πρόκειται για το αποτέλεσμα της συνεργασίας των παραγόντων του «Κουαρτέτου» και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά από τον Πρόεδρο G. W. Bush την 20ή Δεκεμβρίου του 2002.
*5 Κουαρτέτο είναι η διπλωματική ονομασία των ΗΠΑ-Ρωσίας-Ε.Ε. και ΟΗΕ
*6 1Μb/d = 1.000.000 βαρέλια την ημέρα. Προς το τέλος του περσοϊρακινού πολέμου, το επίπεδο των ιρακινών πετρελαϊκών εξαγωγών από κάθε δυνατή οδό έφθανε τα 2 Μb/d. Πριν από την έναρξη του πολέμου αυτού μέχρι σήμερα το Ιράκ δεν έχει καταφέρει να επανέλθει στο επίπεδο των εξαγωγών πετρελαίου που είχε διαμορφώσει πριν από την έναρξη των εχθροπραξιών του πολέμου αυτού και τα οποία ανήρχοντο περίπου στα 3 Mb/d.
*7 βλ. Ι. Θ. Μάζης, Γεωπολιτική των Υδάτων στη Μ. Ανατολή, 1996 (Τροχαλία), 2000 Παπαζήσης, Αθήνα, σ.σ. 286-287.
*8 Η οποία ευρωπαϊκή πλευρά δεν θα διστάζει να αναφέρεται σε αυτές για ευνόητους λόγους..
*9 Όπως ανέφερε δημοσίευμα της εφημερίδας «ΤΑ ΝΕΑ» της 10ης Νοεμβρίου 2004

Αναγνώστες

About This Blog

  © Blogger templates ProBlogger Template by Ourblogtemplates.com 2008

Back to TOP