Κυριακή 30 Ιανουαρίου 2011

Το θέατρο του Ερντογάν και οι «Κομπάρσοι» των Αθηνών


του Νίκου Χειλαδάκη

- Πολλοί στρατηγικοί αναλυτές στην Αθήνα, δημοσιογράφοι, ερευνητές και πολιτικοί, υποστηρίζουν ότι θα πρέπει η χώρα μας να υποστηρίζει συνεχώς τον Ερντογάν γιατί είναι καλύτερος από τους στρατηγούς και πιο φιλικός. Οι απόψεις αυτές δείχνουν μια τραγική άγνοια της τουρκικής πραγματικότητας όπου όλη η διαφαινόμενη διαμάχη Ερντογάν – Στρατηγών γίνετε καθαρά για την νομή της εξουσίας και τίποτα παραπάνω. Όλο αυτό το σκηνικό της εσωτερικής διαμάχης είναι στην ουσία ένα έντεχνο τουρκικό θέατρο του Ταΐπ Ερντογάν που παίζεται με βαθύτερους σκοπούς την περαιτέρω ανάπτυξη του τουρκικού ισλαμικού επεκτατισμού με όλες τις συνέπειες που μπορεί να έχει αυτή η εξέλιξη για την ίδια την ύπαρξη του Ελληνισμού.

Ενδεικτικό αυτής της άποψης είναι ότι οι τουρκικές προκλήσεις όχι μόνο δεν έχουν μειωθεί αλλά έχουν αναβαθμιστεί και ποσοτικά και κυρίως ποιοτικά. Είναι πραγματικά εντυπωσιακή η μεγάλη άγνοια των ιθυνόντων στην Αθήνα για το ποιος είναι στα αλήθεια ο Ερντογάν και τι εκπροσωπεί πραγματικά σε σημείο που μπορεί να υποθέσει κανείς πως η άγνοια αυτή είναι κατευθυνόμενη και εξυπηρετεί προφανείς στόχους και σκοπούς. Με λίγα λόγια, όπως θα δούμε και παρακάτω, ο Ερντογάν και «οι μετ’ αυτού» εκπροσωπούν την σύνθεση του ισλαμισμού με τον τουρκικό εθνικισμό ένα πραγματικά εκρηκτικό μείγμα που οδηγεί στον νεοοθωμανισμό του Νταβούτογλου. Αυτή η σύνθεση πρεσβεύει μια Τουρκία υπερδύναμη και την δορυφοροποίηση, (σε πρώτη φάση), όλων των κρατών που βρίσκονται στο περίγυρο της. Από τον στείρο και συχνά εσωστρεφή κεμαλικό εθνικισμό, η Τουρκία με τον Ερντογάν πέρασε στον επιθετικό ισλαμικό εθνικισμό με κυρίαρχο στοιχείο μια επεκτατικότητα που δεν έχει προηγούμενο στην σύγχρονη τουρκική ιστορία. Αυτό το στοιχείο ίσως ξενίσει πολλούς στην Ελλάδα αλλά στην Τουρκία είναι η πραγματικότητα και όπως διαμορφώνετε δείχνει πως η πλήρη επικράτηση του “σουλτάνου” Ερντογάν, υλοποιεί το παλιό όνειρο του Τουργκούτ Οζάλ για κατάκτηση της Ελλάδας χωρίς πόλεμο. (Δόγμα Οζάλ: «Για να τελειώνουμε με την Ελλάδα αρκεί να στείλουμε μερικά εκατομμύρια ανθρώπους από εδώ»). Η ελληνική αφελέστατη στάση σε όλα αυτά γίνετε ακόμα μεγαλύτερη καθώς διάφορες ελληνικές μη κυβερνητικές οργανώσεις στο όνομα των δημοκρατικών αξιών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, (δηλαδή της πολιτικής τους βλακείας), έχουν γίνει άθελα τους οι καλύτεροι συνεργάτες της μεγαλύτερης μαφίας του κόσμου, της τουρκικής μαφίας λαθρομεταναστών. Η μαφία αυτή συνεργάζεται εδώ και δεκαετίες με το ίδιο το τουρκικό κράτος αποφέροντας τεράστια ποσά στα ταμεία της τουρκικής στρατοκρατικής μηχανής είτε η Τουρκία κυβερνάται από τους κεμαλικούς είτε από τους ισλαμιστές.

Η επικράτηση των ισλαμιστών στα πολιτικά πράγματα της Τουρκίας στις αρχές της πρώτης δεκαετίας του εικοστού αιώνα σήμανε την μεγάλη στροφή προς τις ισλαμικές νεοοθωμανικές θέσεις και τάσεις που ενίσχυαν και στήριξαν ένα άκρατο ισλαμισμό. Ο ισλαμισμός αυτός είναι η κυρίαρχη ιδεολογία της μεγαλύτερης εθνικιστικής ισλαμικής τουρκικής οργάνωσης, της Milli Görüş, για τη οποία δυστυχώς ελάχιστα είναι γνωστά στην Ελλάδα. Ο ισλαμισμός αυτός, (συνεπικορούμενος από τα ισλαμικά τάγματα τα οποία ουσιαστικά ανέβασαν τον Ερντογάν στην εξουσία), στην αρχή εκδηλώθηκε με μετρημένα βήματα εξ αιτίας κυρίως της αντίδρασης που ήταν δυνατό να συναντούσε τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Γρήγορα όμως αφού άρχισε να δείχνει το πραγματικό του προσωπείο, αυτό ενός άκρατου ισλαμικού ιμπεριαλισμού, άρχισε να εκδηλώνετε με πολλούς τρόπους. Η επικράτηση αυτή θεωρήθηκε πως ήταν ο τελικός θρίαμβος και η οριστική ιστορική δικαίωση του ρόλου που έπαιξε η Milli Görüş. Ο ανασχηματισμός της ισλαμικής κυβέρνησης που έγινε τον Μάιο του 2009, επιβεβαίωσε με τον πλέον πανηγυρικό τρόπο αυτή την μεγάλη και οριστική στροφή της πολιτικής εξουσίας της Τουρκίας προς τους σκοπούς και τα ιδεολογικά πρότυπα της Milli Görüş, δηλαδή του νεοοθωμανισμού και του ισλαμικού εθνικισμού. Σημαντικά πρόσωπα αυτής της οργάνωσης ελέγχουν πλέον με απόλυτο τρόπο την τουρκική κυβέρνηση και καθοδηγούσαν τις αποφάσεις του Erdoğan. Η Milli Görüş, κατέστη από το 2009 και μετά ο καθοριστικός παράγοντας της διαμόρφωσης της πολιτικής της Τουρκίας, αλλά και ο κυριότερος παράγοντας του καθορισμού της ιδεολογικής της τοποθέτησης. Η τοποθέτηση αυτή χαρακτηρίζετε από την μια στην περιφρόνηση όλων των χριστιανικών πολιτιστικών πρότυπων και από την άλλη στην προσπάθεια σταδιακής επιβολής των δικών της ακραίων ισλαμικών προτύπων πρώτα στην Ελλάδα και στη συνέχεια σε όλη την Ευρώπη, (με την αποφασιστική συνδρομή σαν σύγχρονο «Δούρειο Ίππο» των Τούρκων της Γερμανίας, Ολλανδίας, Αυστρίας, Γαλλίας κ .α) .
Η ανάδειξη στην τουρκική κυβέρνηση δυο σημαντικών πολιτικών προσώπων που ήταν βασικά μέλη της Milli Görüş, δηλαδή του πρώην προέδρου της τουρκικής βουλής, Bülent Arinç, που αναλάμβανε τον βασικό ρόλο του αντιπροέδρου της τουρκικής κυβέρνησης και του νεοοθωμανιστή ισλαμιστή, Ahmet Davutoğlu, που αναλάμβανε το καίριο υπουργείο Εξωτερικών, θεωρήθηκε σαν η μεγάλη και ιστορική νίκη της οργάνωσης στα πολιτικά πράγματα της Τουρκίας. Αυτό το σημαντικό γεγονός για όσους γνωρίζουν την πολιτική δομή της Τουρκίας, σηματοδότησε την πλήρη επικράτηση και πολιτικά της Milli Görüs, δηλαδή της πολιτικής εκείνης που προσβλέπει στην ανασύσταση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας με ένα νεωτεριστικό συνδυασμό όπου θα συμπλέουν ο ισλαμισμός με τον τουρκικό εθνικισμό. Η Τουρκία, σύμφωνα με τις επιδιώξεις της Milli Görüş, θα έχει ηγεμονικό ρόλο στον ευρύτερο κόσμο του Ισλάμ και κυρίως στους Τούρκους και στους μουσουλμάνους της Ευρώπης προς την κατεύθυνση της σταδιακής αλλά σταθερής ισλαμοποίησης όλης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο Bülent Arınç, ο οποίος θεωρείτε σαν ο κύριος εκπρόσωπος της Milli Görüş, από τους παλιούς αρχηγούς του τουρκικού ισλαμικού κινήματος και από τους πιο παλαιούς συντρόφους του Ερντογάν, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην οριστική εθνικόισλαμική στροφή . Η επικράτηση του σε σημαντικό πόστο στην τουρκική κυβέρνηση, δηλαδή στην θέση του αντιπροέδρου, επηρεάζει έκτοτε καθοριστικά τις πολιτικές εξελίξεις ενώ έδωσε νέα ώθηση στους νεοοθωμανικούς προσανατολισμούς της τουρκικής κυβέρνησης. Άμεσα προσκείμενος στις πανισλαμικές ιδεολογικές του θέσεις θεωρείται και ο υπουργός Εξωτερικών, Ahmet Davutoğlu. Εκτός από αυτούς του δυο και άλλοι νέοι υπουργοί της τουρκικής κυβέρνησης όπως οι Ömer Dinçer, Sadulah Ergin και Nihat Ergün, ασπάζονταν τις ίδιες απόψεις και τις θέσεις της Milli Görüş στην επικράτηση ενός ισλαμικό- εθνικιστικού νεοοθωμανικού μοντέλου. Από αυτούς ο υπουργός Εξωτερικών Ahmet Davutoğlu έχει ήδη κάνει έντονη την παρουσία του στην εξωτερική πολίτικη από την περίοδο που ήταν επί χρόνια ο κύριος καθοδηγητής του Ερντογάν σε όλες τις διεθνείς του επαφές. Ο Davutoğlu κατάγονταν από την περιοχή του Ικόνιου, (Konya), ένα από τα μεγαλύτερα και ισχυρότερα ισλαμικά προπύργια της Τουρκίας και έχει σπουδάσει πολιτικές επιστήμες και δημόσιες σχέσεις ενώ η διπλωματική του καριέρα άρχισε από το 2003, επί πρωθυπουργίας τότε του Abdullah Gül. Στην Τουρκία αλλά και σε διεθνές επίπεδο έγινε πολύ γνωστός από το βιβλίο του, «Το στρατηγικό βάθος και η διεθνής θέση της Τουρκίας». Στο βιβλίο αυτό παρουσιάζεται με λεπτομερή τρόπο το νεοισλαμικό νεοοθωμανικό μοντέλο της Τουρκίας σαν η ανερχόμενη υπερδύναμη και σαν καθοριστικός παράγοντας όλων των διεθνών εξελίξεων με ηγεμονικό ρόλο στον ισλαμικό κόσμο. Ήταν αυτός που επηρέασε άμεσα τον Erdoğan στην ιστορική του στροφή προς τον ισλαμικό κόσμο με κυρίαρχο στόχο την τουρκική ηγεμονία στα πρώην εδάφη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ήδη είχε γίνει γνωστός στον αραβικό κόσμο για τις πρωτοβουλίες του σχετικά με το μεσανατολικό πρόβλημα ανεβάζοντας τις μετοχές της Τουρκίας στην Μέση Ανατολή, ενώ είχε παίξει ενεργό ρόλο στην διατύπωση των τουρκικών θέσεων για το Ιράκ και τις εξελίξεις στον Καύκασο. Ο Ahmet Davutoğlu, που θεωρήθηκε ο αρχιτέκτονας του νέου τουρκικού διπλωματικού σχεδιασμού, ο «Τούρκος Κίσινγκερ», όπως τον έχουν χαρακτηρίσει πολλές ευρωπαϊκές εφημερίδες όπως η γαλλική Le Monde, πρεσβεύει ότι η Τουρκία με την ισλαμοποημένη πολιτική της μετατρέπεται σε «φάρο όλης της περιοχής». Αυτός ο «φάρος» διεκδικεί με μεγάλες αξιώσεις την πρωτοκαθεδρία στον ισλαμικό κόσμο και την ηγεμονία όλων των μουσουλμανικών χωρών. Η σταδιακή μείωση από τις αρχές του εικοστού πρώτου αιώνα της επιρροής της Σαουδικής Αραβίας και της Αιγύπτου στον ισλαμικό κόσμο συνέβαλε αποφασιστικά στην ανάδυση της Τουρκίας σε ηγεμονική δύναμη του Ισλάμ, αλλά και σαν ηγεμονική δύναμη στους μουσουλμάνους της Ευρώπης όπου προβλήθηκε σαν ο μεγάλος προστάτης τους, ένα σχέδιο που ανταποκρίνονται απόλυτα στις επιδιώξεις της Milli Görüş.
Η βασική ιδεολογική θέση της Milli Görüş στην γραμμή της οποίας βαδίζει και ο Davutoğlu είναι η σύνθεση του ισλαμισμού με τον τουρκικό εθνικισμό ένα όραμα που καθοδήγησε σε μεγάλο η σε μικρότερο βαθμό πολλούς Τούρκους πολιτικούς στο παρελθόν. Οι πολιτικοί αυτοί προσπάθησαν να εκφράσουν πολιτικά αυτό που είναι γνωστό σαν Πολιτικό Ισλάμ. Ενδεικτικά αναφέρονται οι Adnan Mederes, Suleiman Demirel, Necmettin Erbakan, ( ο πρώτος ισλαμιστής πρωθυπουργός και ο ιδρυτής της Miilli Göruş), Tançu Çiller, Turgut Özal, Devlet Bahçeli. Εκείνος όμως που θα ενσάρκωνε πολιτικά το ισλαμικό όραμα ήταν ο Tayyip Erdoğan, ο οποίος στις εκλογές του Νοεμβρίου του 2002 θριάμβευσε παίρνοντας την απόλυτη πλειοψηφία για πρώτη φορά στην πολιτική ιστορία της Τουρκίας. Τις ιδεολογικές θέσεις του ο Erdoğan, οι οποίες εκφράστηκαν μετά την πολιτική του επικράτηση, τις διδάχτηκε από τον παλαίμαχο ισλαμιστή πολιτικό, Necmettin Erbakan, ιδρυτή της Milli Görüş, το πολιτικό στίγμα του οποίου είχε γίνει γνωστό από την δεκαετία του πενήντα και του εξήντα σαν μια άμετρη περιφρόνηση του σε κάθε τι το χριστιανικό.
Σύμφωνα με ένα πολύ αποκαλυπτικό βιβλίο του Ολλανδού συγγραφέα, John Arhur EMERSON VERMAAT, με τον χαρακτηριστικό τίτλο : «Al-Qaeda’s deadly planning and Crime, Migration and culture» ο νέος «σουλτάνος» της Τουρκίας, Tayyip Erdoğan, έχει σαν σκοπό, βάσει ενός οργανωμένου σχεδίου, να αυξήσει και να επεκτείνει την διεθνή επιρροή της Τουρκίας μέσω των Τούρκων που ζούνε στο εξωτερικό, με όλες τις συνέπειες αυτής της εξέλιξης κυρίως στις ευρωπαϊκές χώρες όπου υπάρχει και διαβιεί ένα σημαντικό τουρκικό στοιχείο. Όπως ανέφερε ο Ολλανδός συγγραφέας, ο Erdoğan σε μια πολύ ενδεικτική και ενδιαφέρουσα ομιλία του στη Κωνσταντινούπολη σε ένα ακροατήριο από 15.000 Τούρκους του εξωτερικού, (μεταξύ των οποίων και από την ελληνική Δυτική Θράκη), τόνισε πως, «η αφομοίωση είναι έγκλημα κατά της ανθρωπότητας». Ο Tayyip Erdoğan εννοούσε ότι οι Τούρκοι του εξωτερικού όπως και της Ελλάδας δεν πρέπει να αφομοιωθούν με κανένα τρόπο αλλά να κρατήσουν την δική τους εθνική ταυτότητα. Η ευφυΐα του Τούρκου πολιτικού ήταν ότι πάντα επικαλούνταν τα δημοκρατικά δικαιώματα για να αποκρούσει κάθε σκέψη της αφομοίωσης του τουρκικού στοιχειού στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Η ομιλία του αυτή ήταν και μια προειδοποίηση προς τις πολιτικές ηγεσίες των ευρωπαϊκών χωρών που πρεσβεύουν την ενσωμάτωση του τουρκικού στοιχείου στις ευρωπαϊκές κοινωνίες, αγνοώντας όμως την τουρκική πραγματικότητα όπως αυτή εκφράστηκε από τον ίδιο τον Ισλαμιστή Τούρκο πρωθυπουργό.
Είναι σημαντικό να τονίσουμε για όσους σκόπιμα το παραβλέπουν ότι ο Erdoğan στην πραγματικότητα συνέχισε το έργο του Erbakan και έδωσε σε νέα ώθηση στις δραστηριότητες της Milli Görüs. Τέσσερα χρόνια μετά την καθαίρεση από την πρωθυπουργία του Erbakan από ένα αναίμακτο στρατιωτικό πραξικόπημα, το καλοκαίρι του 1997, εμφανίστηκε ένα νέο κόμμα διάδοχος με την ονομασία, «Adalet Kalkinma Partisi», (AKP), δηλαδή, «Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης». Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για όσους παρακολουθούν από κοντά τις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις στην Τουρκία ότι υπάρχουν στενοί δεσμοί μεταξύ του ΑΚΡ, δηλαδή του κόμματος του Erdoğan και της ισλαμιστικής οργάνωσης Milli Görüs. Επίσημα ο Ερντογάν υποτίθεται ότι εκπροσωπεί τον μετριοπαθή ισλαμισμό ενώ το κόμμα του παρουσιάζετε ότι ενστερνίζεται τις ευρωπαϊκές αξίες υποστηρίζοντας ότι η Τουρκία θέλει να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση το συντομότερο δυνατόν, (άλλωστε αυτό θα τους έδινε ένα ισχυρό όπλο με την ελεύθερη πλέον διακίνηση για την περεταίρω εξάπλωση του τουρκικού και ισλαμικού στοιχείου σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες). Στην πραγματικότητα όμως όλα αυτά είναι προσχήματα για την πραγματικές του νεοοθωμανικές πολιτικές επιδιώξεις. Άλλωστε αυτές οι επιδιώξεις αποκαλυφτήκαν πολύ νωρίς, ήδη από το 1998 όταν ο ίδιος ως δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης, σε δημόσια ομιλία του έκανε τις εξής χαρακτηριστικές δηλώσεις : «Τα τζαμιά είναι στρατώνες μας, οι τρούλοι τα κράνη μας, οι μιναρέδες οι ξιφολόγχες μας και οι πιστοί οι στρατιώτες μας». Με την δήλωση αυτή ο Erdoğan διατύπωσε και το πραγματικό πολιτικό και ιδεολογικό του υπόβαθρο.

Αναγνώστες

About This Blog

  © Blogger templates ProBlogger Template by Ourblogtemplates.com 2008

Back to TOP