Τετάρτη 10 Ιουνίου 2009

Στην Τουρκία ο Αφγανός πολέμαρχος Ρασίντ Ντοστούμ


Οι δεσμοί αίματος, του Αμπντούλ Ρασίντ Ντοστούμ με το πολιτικοστρατιωτικό κατεστημένο της Τουρκίας και την Μαφία.-

Διαψεύσθηκαν οι ειδήσεις περί εξορίας του στρατηγού Ρασίντ Ντοστούμ στην Τουρκία.

Σε ανακοίνωση του υπουργείου Εξωτερικών σημειώθηκε πως ο στρατηγός Ντοστούμ βρίσκεται στην Τουρκία για λόγους υγείας.

"Ο στρατηγός Ντοστούμ που ήρθε στην Τουρκία με δικιά του θέληση μπορεί να μείνει όσο θέλει εδώ και να πάει μετά σε όποια χώρα επιθυμεί, συμπεριλαμβανομένου και του Αφγανιστάν" αναφέρθηκε κατά λέξη στην ίδια ανακοίνωση.

Ο καλός στρατιώτης Ντοστούμ…

Ο Ρασίντ Ντοστούμ. Ο Ντοστούμ, γεννημένος το 1954, ανήκει στη φυλή των Ουζμπέκων, μία από τις δεκάδες φυλές του Αφγανιστάν και είναι από τις πλέον αμφιλεγόμενες –τουλάχιστον– προσωπικότητες στο Αφγανιστάν. Για ένα πράγμα δεν μπορεί να τον κατηγορήσει κανείς: για σταθερότητα στις πολιτικές και στρατιωτικές συμμαχίες του.

Ο «στρατηγός» έχει πολεμήσει ενάντια στους Σοβιετικούς αλλά έχει αγωνιστεί και στο πλευρό των φιλοσοβιετικών κατά των μουτζαχεντίν. Έχει συμμαχήσει με τις πιο εξτρεμιστικές ομάδες των μουτζαχεντίν και κατά διαστήματα έχει συγκρουστεί με όλους τους πολέμαρχους της Βόρειας Συμμαχίας, του Μασούντ μη εξαιρουμένου. Η Μαζάρ ι Σαρίφ αποτελεί τη βάση του τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια – εκτός, βέβαια, από τις περιόδους που η πόλη βρισκόταν στα χέρια των Ταλιμπάν. Οι περιοχές που ελέγχονταν από τους πολιτοφύλακες του Ντοστούμ δεν υπάκουσαν ποτέ και σε καμία κεντρική κυβέρνηση του Αφγανιστάν – νόμιμη ή παράνομη.

Ο ηρωι[νι]κός στρατιώτης Ντοστούμ…

Μία άλλη όψη της ζωής του «στρατηγού» Ντοστούμ δεν αναφέρεται ποτέ στις «ειδήσεις». Χρειάζεται να ψάξει κάποιος για να βρει τα στοιχεία. Γι’ αυτήν την όψη μιλάει ο Χουσεΐν Μπαΐμπασίν, μεγαλομαφιόζος της Τουρκίας, κουρδικής καταγωγής:

«Τα πρώτα χρόνια μετά το 1980, την περίοδο της ρωσικής εισβολής, τα πράγματα πήγαιναν άσχημα στο Αφγανιστάν. Η παραγωγή ηρωίνης είχε πέσει αλλά, όταν αποσύρθηκαν οι Ρώσοι, ο καθένας έκανε ό,τι ήθελε. Το προϊόν έφτανε [στην Τουρκία] πρώτα μέσω Ιράν στην περιοχή του τουρκικού Κουρδιστάν. Στα σύνορα, τη μεταφορά αναλάμβανε ο τουρκικός στρατός… Υπάρχουν αεροπορικές εταιρείες που ελέγχονται από το τουρκικό κράτος, όπως στο παρελθόν η Turkish Airlines, των οποίων τα αεροπλάνα χρησιμοποιούνται ειδικά γι’ αυτό το σκοπό… Από τότε [μετά το 1991] η ηρωίνη διακινείται από μία πύλη εξόδου στη θέση Μαζάρ ι Σαρίφ και φθάνει στα σύνορα με το Ουζμπεκιστάν και το Τουρκμενιστάν μέσω της περιοχής του στρατιωτικού διοικητή Ντοστούμ, ο οποίος συνεργάζεται με την Τουρκία. Από ‘κει το προϊόν πετάει προς την Τουρκία ή τη Ρωσία. Η Τουρκία στέλνει στον Ντοστούμ μεγάλα αεροπλάνα με αγαθά που έχει ανάγκη… Για να παρασκευαστεί ένας τόνος ναρκωτικών χρειάζονται είκοσι τόνοι άλλων υλών, νερό, ασβέστιο κ.λπ. Εάν υπολογίσουμε το σύνολο, τότε μιλάμε για υλικά πολλών χιλιάδων τόνων. Από την Τουρκία φεύγουν μεγάλα αεροπλάνα που τα μεταφέρουν στο Αφγανιστάν…»

Αυτά και άλλα πολλά αναφέρει ο Ντοστούμ για τις δραστηριότητες του πολιτικοστρατιωτικού κατεστημένου της Τουρκίας. Άντλησα τις πληροφορίες από…

…Το βιβλίο…

Φρανκ Μπόφενκερκ – Γιουτζέλ Γεσιλγκόζ, Η Τουρκική Μαφία, μετάφραση από τα ολλανδικά: Μαρία Ιωσηφίδου, Μαργαρίτα Μπονάτσου, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα, 1999.

Το εξαιρετικό αυτό βιβλίο πέρασε μάλλον απαρατήρητο στην Ελλάδα (δεν αναφέρεται καν στον διαδικτυακό τόπο του εκδοτικού οίκου!), ίσως λόγω της μονομερούς ελληνικής φιλίας προς το –και μαφιόζικο– πολιτικοστρατιωτικό κατεστημένο της Τουρκίας. Γραμμένο από τον Frank Bovenkerk, που είναι καθηγητής της Εγκληματολογίας στο Πανεπιστήμιο της Ουτρέχτης, και τον Yesilg, που είναι συνεργάτης του Εγκληματολογικού Ινστιτούτου Willem Pompe της Ουτρέχτης, εκδόθηκε στην Ολλανδία το 1998. Οι συγγραφείς αναλύουν τις παραδοσιακές σχέσεις του τουρκικού κράτους με τον υπόκοσμο, ήδη από την εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και φτάνουν μέχρι σήμερα.

Ο Χουσεΐν Μπαϊμπασίν (γεννημένος το 1956 στην επαρχία του Ντιαρμπακίρ) καταγόταν από οικογένεια μεγαλοκτηματιών που είχε πλουτίσει από το εμπόριο οπίου, το οποίο μετέφεραν από το Αφιόν στο Ιράν και το αντάλλασσαν εκεί με χρυσό και σκληρό συνάλλαγμα. Έτσι δεν είναι καθόλου τυχαίο που συνήψε στενές σχέσεις με τον τουρκικό υπόκοσμο και εξελίχτηκε, συν τω χρόνω, σε νονό της τουρκικής μαφίας.

Τα προβλήματα άρχισαν όταν αντιλήφθηκε ότι δεν ήταν οι μεγαλονονοί εκείνοι που ήλεγχαν τις εγκληματικές δραστηριότητες στην Τουρκία, αλλά το τουρκικό πολιτικοστρατιωτικό κατεστημένο. [Ο Μπαϊμπασίν αναφέρει συχνά ονόματα όπως εκείνα του σημερινού προέδρου Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ, του πρωθυπουργού Μπουλέντ Ετσεβίτ, του υπουργού Εξωτερικών Ισμαήλ Τζεμ (του οποίου έκθεση φωτογραφίας οργανώθηκε τις τελευταίες ημέρες στην Αθήνα – Α! ο πολιτισμός, πολιτισμός!) αλλά και της τέως πρωθυπουργού Τανσού Τσιλέρ, σε σχέση με εγκληματικές δραστηριότητες, για να μην μιλήσουμε για υπουργούς, βουλευτές, αστυνομικούς, στρατιωτικούς…] Μία άλλη πηγή προβλημάτων για τον Μπαϊμπασίν αποτέλεσε η από πλευράς του συνειδητοποίηση του κουρδικού προβλήματος και η βοήθεια που προσέφερε σε κουρδικές οργανώσεις. Γι’ αυτό το λόγο, όπως ισχυρίζεται, κυνηγήθηκε από το τουρκικό κράτος.

Ο Μπαϊμπασίν έχει συλληφθεί αρκετές φορές και εκτός Τουρκίας – στην Αγγλία παρέμεινε φυλακισμένος για τέσσερα χρόνια, ενώ συνελήφθη και στην Ολλανδία, αφέθηκε ελεύθερος και αργότερα συνελήφθη ξανά. Οι συγγραφείς του βιβλίου τον συνάντησαν στις ολλανδικές φυλακές και συζήτησαν μαζί του για 40 συνολικά ώρες.

Πόσο αξιόπιστες, όμως, είναι οι πληροφορίες που έδωσε στους συγγραφείς ο Μπαϊμπασίν; Όπως αναφέρουν οι ίδιοι, «… η εξιστόρηση των γεγονότων [από τον Μπαϊμπασίν] συμπίπτει με εκπληκτικό τρόπο με την εξέλιξη του οργανωμένου εγκλήματος στην Τουρκία… του οποίου αποτελεί αναμφίβολα τη ζωντανή έκφραση. Το καλύτερο κριτήριο για να εκτιμήσουμε την αξιοπιστία ενός μάρτυρα είναι να διασταυρώσουμε τα γεγονότα, στα οποία αναφέρεται, και την ερμηνεία τους, με πληροφορίες από άλλες πηγές, πράγμα που ισχύει στην περίπτωση αυτή».

Οι δεσμοί αίματος…

… του καλού στρατιώτη Αμπντούλ Ρασίντ Ντοστούμ με το πολιτικοστρατιωτικό κατεστημένο της Τουρκίας επιβεβαιώνονται και από άλλες –επίσημες– πηγές. Εξάλλου οι Ουζμπέκοι (η φυλή του Ντοστούμ) και οι Τούρκοι είναι συγγενικά φύλα. Ο Ντοστούμ έζησε κατά περιόδους αρκετούς μήνες εξόριστος στην Τουρκία, και είχε ανωτάτου επιπέδου επαφές εκεί. Ίσως έτσι εξηγείται και η αποστολή Τούρκων κομμάντος στο Αφγανιστάν, ερήμην του ΝΑΤΟ…

Οι σχέσεις του τουρκικού πολιτικοστρατιωτικού κατεστημένου με το «στρατηγό» Αμπντούλ Ρασίντ Ντοστούμ υπήρξαν πάντα άριστες. Ο Ντοστούμ έχει επισκεφτεί αρκετές φορές την Τουρκία, όπου μάλιστα διέμεινε και για μεγάλα χρονικά διαστήματα όταν αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το Αφγανιστάν.

Φυσικά, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι η Τουρκία άνοιξε το Γενικό Προξενείο της στη Μαζάρ ι Σαρίφ αμέσως μετά την κατάληψη της πόλης από τις υπό τον Ντοστούμ δυνάμεις της Βόρειας Συμμαχίας, όπως επίσης και την πρεσβεία της στην Καμπούλ. Η Τουρκία μάλιστα επιθυμεί να διαδραματίσει και σημαντικό ρόλο στα τεκταινόμενα του Αφγανιστάν στην μετά Ταλιμπάν εποχή. Ο δε στρατηγός Ντοστούμ θα επιθυμούσε να είναι ο νέος ηγέτης της χώρας, με τις ευλογίες των Τούρκων αλλά και των Αμερικανών.

Ο Ντοστούμ, που είχε επισκεφτεί και την Ουάσινγκτον το 1995, είχε στις πρόσφατες επιχειρήσεις για την κατάληψη της Μαζάρ ι Σαρίφ και τη βοήθεια 20 Αμερικανών στρατιωτικών «συμβούλων» που, μεταξύ άλλων, φρόντισαν και για τις ρίψεις πολεμοφοδίων προς τις δυνάμεις του Ντοστούμ από αμερικανικά αεροπλάνα (Guardian). Από την άλλη δέχεται –όπως και στο παρελθόν– τη γενναία οικονομική βοήθεια της Άγκυρας.

Οι λόγοι για τους οποίους η Άγκυρα και η Ουάσινγκτον βοηθούν έναν περιβόητο έμπορο ναρκωτικών –όπως είδαμε την περασμένη εβδομάδα– είναι νομίζω ευνόητοι. Αρκεί να έχουμε υπόψη μας ότι ποτέ δεν πρέπει να θεωρούμε τις διάφορες ανά τον κόσμο κυβερνήσεις αυτό που οι ίδιες θέλουν να τις θεωρούμε. Διότι απλά πρόκειται για "συμμορίες". Και όταν τα ναρκωτικά κάνουν έναν τζίρο 500-600 δισεκατομμυρίων δολαρίων το χρόνο τότε…

Σύμφωνα με έκθεση του ρωσικού Ομοσπονδιακού Γραφείου Ασφαλείας (FSB – διαδόχου της KGB), τον Αύγουστο του 1997, υπεύθυνοι για τη ραγδαία επιδείνωση της πολιτικο-στρατιωτικής κατάστασης στο Τατζικιστάν ήταν οι Αφγανοί πολέμαρχοι και συγκεκριμένα ο Ντοστούμ. Στην έκθεση αναφέρεται ότι οι απεσταλμένοι του Ντοστούμ ήταν «ο κύριος παράγων» για την ανταρσία κάποιων στρατιωτικών μονάδων του Τατζικιστάν υπό τον συνταγματάρχη Χουνταμπέρντιεφ. Η ανταρσία τελικώς είχε κατασταλεί. Γιατί ενδιαφέρονται οι άνθρωποι του Ντοστούμ να διατηρήσουν ένα αποσταθεροποιημένο Τατζικιστάν; Μα επειδή μια τέτοια κατάσταση, σύμφωνα πάντα με την έκθεση, διευκολύνει το λαθρεμπόριο τεραστίων ποσοτήτων ναρκωτικών προς το Τατζικιστάν και στη συνέχεια προς τη Ρωσία, την Ευρώπη και τη Βόρειο Αμερική. Η έκθεση επισημαίνει μάλιστα ότι το λαθρεμπόριο ναρκωτικών αποτελεί την κύρια πηγή εσόδων για τις διάφορες αντιμαχόμενες φράξιες στο Αφγανιστάν, των Ταλιμπάν μη εξαιρουμένων.

Αφγανιστάν και Ντοστούμ: Βίοι παράλληλοι…

Ο Ντοστούμ από τα τέλη ήδη του 1985 είχε υπό τις διαταγές του ένα στρατό 20.000 πολιτοφυλάκων (ο αριθμός μάλλον είναι υπερβολικός) που πολεμούσαν στο πλευρό των σοβιετικών δυνάμεων κατοχής εναντίον των μουτζαχεντίν. Φυσικά οι πολιτοφύλακες του Ντοστούμ χρηματοδοτούνταν και εκπαιδεύονταν από τους σοβιετικούς.

Μετά την αποχώρηση των σοβιετικών στρατευμάτων το Φεβρουάριο του 1989, τη χώρα –ή μάλλον κάποιες πόλεις και τις κύριες οδούς της χώρας– κυβερνούσε μια φιλοσοβιετική κυβέρνηση υπό τον Μοχάμεντ Νατζιμπουλάχ. Τον Απρίλιο του 1992, η κυβέρνηση Νατζιμπουλάχ ανετράπη όταν ο Ντοστούμ, που μέχρι τότε στήριζε το καθεστώς Νατζιμπουλάχ, συμμάχησε με τον Ραμπανί και κάποιες ομάδες μουτζαχεντίν που προέρχονταν από τη Σιχ μειονότητα των μουσουλμάνων της χώρας.

Απρίλιος 1992: Στο Πεσαβάρ του Πακιστάν συναντούνται οι ηγέτες των διάφορων ομάδων του Αφγανιστάν και συμφωνούν να καταλαμβάνουν διαδοχικά την προεδρία του Αφγανιστάν και να προκηρύξουν γενικές εκλογές σε δύο χρόνια. Τον Ιούνιο γίνεται πρώτος πρόεδρος ο Ραμπανί.

Αύγουστος 1992: Ο Γκουλμπουντίν Χεκματιάρ, που είχε δεχτεί στα χρόνια της σοβιετικής κατοχής τη γενναία και αποκλειστική βοήθεια της CIA και των άλλων μυστικών υπηρεσιών της Δύσης και της Μέσης Ανατολής, επιχειρεί να καταλάβει την Καμπούλ. Τα θύματα ξεπερνούν τις 2500. Οι επιθέσεις συνεχίζονται και τους επόμενους μήνες, ενώ το Δεκέμβριο ο Ραμπανί εκλέγεται πρόεδρος για δύο χρόνια, αλλά τη συνδιάσκεψη μποϋκοτάρουν ο Χεκματιάρ και άλλοι ηγέτες των Μουτζαχεντίν.

Μάρτιος 1993: Υπογράφεται νέα συμφωνία στο Ισλαμαμπάντ από τους ηγέτες των σημαντικότερων ομάδων των μουτζαχεντίν. Ο Ραμπανί θα παραμείνει πρόεδρος για 18 μήνες, ενώ πρωθυπουργός αναλαμβάνει ο Χεκματιάρ. Εντός οκτώ μηνών θα έπρεπε να διεξαχθούν εκλογές για τη συγκρότηση Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης.

Ιανουάριος 1994: Χεκματιάρ και Ντοστούμ συμμαχούν και εξαπολύουν επί δύο χρόνια συνεχείς επιθέσεις για να καταλάβουν την Καμπούλ, που βρίσκεται υπό τον έλεγχο του Ραμπανί και του Μασούντ. Είναι η περίοδος που η Καμπούλ μεταβάλλεται σε σωρό ερειπίων. Μόνον το 1994 τα αθώα θύματα των επιθέσεων κατά της Καμπούλ ξεπερνούν τις 25.000.

Οι δυο τους υποστηρίζονταν από τις μυστικές υπηρεσίες του Πακιστάν. Ο Ντοστούμ δεχόταν ήδη βοήθεια από το Ουζμπεκιστάν ενώ κατά διαστήματα δεχόταν και τη βοήθεια του Ιράν αλλά και της Σαουδικής Αραβίας. Το 1995 επί αρκετούς μήνες το Πακιστάν προσπαθούσε να συμφιλιώσει τον Ντοστούμ με τους Ταλιμπάν. Όταν οι Ταλιμπάν κατέλαβαν τη Χεράτ το Σεπτέμβριο του 1995, ο Ντοστούμ έστειλε ουζμπέκους μηχανικούς για να βοηθήσει στην επισκευή δέκα αεροπλάνων MIG και κάποιων ελικοπτέρων που είχαν πέσει στα χέρια τους. Οι προσπάθειες αυτές, ωστόσο, δεν οδήγησαν σε κάποια συμφωνία. Το Φεβρουάριο του 1996 έγινε συνάντηση στο Ισλαμαμπάντ μεταξύ Χεκματιάρ, Ντοστούμ και Ταλιμπάν για να σχηματιστεί μια νέα συμμαχία. Το Πακιστάν απέτυχε να πείσει τους Ταλιμπάν ότι αν συμμαχούσαν με τον Ντοστούμ η αξιοπιστία τους θα ήταν μεγαλύτερη στις δυτικές πρωτεύουσες. Οι Ταλιμπάν αρνούνταν να μοιραστούν την εξουσία τους, αν και οι Πακιστανοί συνέχισαν τις προσπάθειες για συμφιλίωση Ντοστούμ-Ταλιμπάν ακόμα και μετά την κατάληψη της Καμπούλ το 1996 από τους τελευταίους.

Ιούνιος 1996: Ο Γκουλμπουντίν Χεκματιάρ συμμαχεί με τον Ραμπανί και επιστρέφει στην Καμπούλ ως πρωθυπουργός.

27 Σεπτεμβρίου 1996: Κατάληψη της Καμπούλ από τους Ταλιμπάν. Ο πρόεδρος της χώρας Μπουρχανουντίν Ραμπανί διέφυγε στο βορρά και συμμάχησε με τον Ντοστούμ.

Μάιος 1997: Στις 19 Μαΐου ο υπαρχηγός του Ντοστούμ, στρατηγός Αμπντούλ Μαλίκ, στασιάζει κατά του Ντοστούμ και στις 24 Μαΐου κατορθώνει να ελέγξει τη Μαζάρ ι Σαρίφ, υποχρεώνοντας τον Ντοστούμ να καταφύγει στην Τουρκία, από όπου επέστρεψε στις 12 Σεπτεμβρίου 1997. Τρεις χιλιάδες Ταλιμπάν μπαίνουν στην πόλη και αρχίζουν συνομιλίες Μαλίκ-Ταλιμπάν. Ο Μαλίκ, ανησυχώντας για τη βιασύνη των Ταλιμπάν να αφοπλίσουν τα στρατεύματά του στρέφεται εναντίον τους και τους υποχρεώνει, μετά από σκληρές μάχες, να εγκαταλείψουν την πόλη στις 28 Μαΐου. Σύμφωνα με τους Ταλιμπάν 2.000 μαχητές τους, που είχαν πιαστεί αιχμάλωτοι, σφαγιάστηκαν. Μία ομάδα αξιωματούχων του ΟΗΕ που ερεύνησε το θέμα ανακάλυψε εκατοντάδες πτώματα.

Τους λόγους για τους οποίους ο Μαλίκ στράφηκε εναντίον του αρχηγού του μάλλον θα πρέπει να τους αναζητήσουμε στη μοιρασιά των κερδών του εμπορίου ναρκωτικών. Ο Ντοστούμ κατηύθυνε τις επιχειρήσεις από την πολυτελή βίλα του (με τη στεγασμένη θερμαινόμενη πισίνα) στη Μαζάρ ι Σαρίφ. Οδηγούσε ο ίδιος μια θωρακισμένη Κάντιλακ και είχε τη δική του αεροπορική εταιρεία που εκτελούσε δρομολόγια στις χώρες της Κεντρικής Ασίας και της Μέσης Ανατολής.

8 Αυγούστου 1998: Οι Ταλιμπάν καταλαμβάνουν τη Μαζάρ ι Σαρίφ. Σύμφωνα με τη Διεθνή Αμνηστία και την οργάνωση Human Rights Watch περισσότεροι από 6.000 πολίτες σφαγιάστηκαν από τους Ταλιμπάν.

15 Μαρτίου 2000: Οι Ουζμπέκοι στρατηγοί Ντοστούμ και Μαλίκ συναντούνται στο Ιράν, μετά από πρωτοβουλία της ιρανικής κυβέρνησης, και ανακοινώνουν ότι συμμαχούν ξανά στον αγώνα κατά των Ταλιμπάν. Οι απόπειρες που είχαν γίνει από τους Τούρκους για τη συμφιλίωση των δύο ανδρών τα προηγούμενα χρόνια είχαν αποτύχει. Το 1998, για παράδειγμα, σύμφωνα με τη Γενική Διεύθυνση Τύπου και Πληροφοριών του Γραφείου του (Τούρκου) Πρωθυπουργού, ο Ντοστούμ, μετά την κατάληψη της Μαζάρ ι Σαρίφ από τους Ταλιμπάν στις 8 Αυγούστου 1998, επισκέφτηκε την Άγκυρα στα τέλη του ίδιου μήνα, όπου συναντήθηκε με αξιωματούχους των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών (ΜΙΤ), τον πρωθυπουργό Μπουλέντ Ετσεβίτ και τον υπουργό Εξωτερικών Ισμαήλ Τζεμ. Την ίδια περίοδο προσπαθούσαν να συμβιβάσουν τους δύο «στρατηγούς», χωρίς όμως αποτέλεσμα. Οι σχέσεις Ντοστούμ-Τουρκίας ήταν άριστες και δεν ήταν καθόλου κρυφές. Ο εκπρόσωπος του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών δήλωνε στις 3-10-1996, ότι η Τουρκία «έχει άμεσες διπλωματικές σχέσεις με τον Ντοστούμ. Το προξενείο μας στη Μαζάρ ι Σαρίφ βρίσκεται υπό την προστασία των δυνάμεών του». Ο Ντοστούμ είχε συναντηθεί στο παρελθόν και με τον Τούρκο πρόεδρο Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ, σύμφωνα με την ίδια πηγή.

Ο αρχαιοκάπηλος στρατηγός Ντοστούμ…

Την περίοδο 1992-1996, όταν οι διάφορες φατρίες των μουτζαχεντίν προσπαθούσαν να καταλάβουν την Καμπούλ πέρα από τα δεκάδες χιλιάδες αθώα θύματα και την ολοκληρωτικά κατεστραμμένη Καμπούλ, προκάλεσαν και τρομερές καταστροφές στην πολιτιστική κληρονομιά της χώρας, λεηλατώντας τα μουσεία της Καμπούλ.

Το 1939 σε ανασκαφές που έγιναν στο Μπαγκράμ, 50 χιλιόμετρα βορείως της Καμπούλ, ανακαλύφθηκε ένας αμύθητος αρχαιολογικός θησαυρός που περιλάμβανε 1800 αντικείμενα από την αρχαία Ελλάδα, τη Ρώμη, την Αίγυπτο, την Κίνα, την Ινδία και την Κεντρική Ασία. Το Μπαγκράμ, όπου οι σοβιετικοί κατασκεύασαν τη μεγαλύτερη βάση τους στο Αφγανιστάν, είναι χτισμένο πάνω στην αρχαία πόλη της Καπίσα, της θερινής πρωτεύουσας του βασιλιά Κανίσκα τον 2ο αιώνα π.Χ., το βασίλειο του οποίου κατελάμβανε ολόκληρη την Κεντρική Ασία. Η συλλογή του Μπαγκράμ αποτέλεσε όπως ήταν φυσικό το κύριο πιάτο στο μενού των αρχαιοκαπήλων. Οι διάφορες φράξιες των μουτζαχεντίν λεηλάτησαν κυριολεκτικά τη συλλογή, έχοντας ως «εμπειρογνώμονες» αρχαιοκαπήλους από το Αφγανιστάν και το Πακιστάν, και τα αντικείμενα κατέληξαν στη Μαζάρ ι Σαρίφ, στα χέρια του Ντοστούμ και από εκεί στην Ευρώπη. Δώδεκα αγαλματίδια πωλήθηκαν σε έμπορο του Λονδίνου έναντι 300.000 δολαρίων. Στη συνέχεια ο έμπορος τα πούλησε σε Ιάπωνα συλλέκτη έναντι 600.000 δολαρίων.

Η συλλογή του μουσείου σε νομίσματα ήταν εκπληκτική και περιλάμβανε 40.000 νομίσματα, από τον 8ο π.Χ. αιώνα μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα. Τα πάντα εξαφανίστηκαν. Τα ισλαμικά νομίσματα κατέληξαν σε συλλέκτες στη Μέση Ανατολή, τα βουδιστικά αγαλματίδια σε Ιάπωνες. Ένα συμπαγές χρυσό άγαλμα του Βούδα από το Μπαμιάν, όπου είχαν καταστραφεί από τους Ταλιμπάν τα τεράστια αγάλματα του Βούδα, και που ζύγιζε 2 τόνους, κατέληξε στην Ιαπωνία.

Το μουσείο είχε επίσης μια τεράστια συλλογή με 21.000 αντικείμενα του ελληνιστικού βασιλείου της Βακτριανής (100 π.Χ.-100 μ.Χ.) Η συλλογή αυτή κατέληξε στα χέρια του Αχμάντ Σαχ Μασούντ, του ηγέτη της Βόρειας Συμμαχίας που δολοφονήθηκε στις 9-9-2001, και υπάρχουν φόβοι ότι πουλήθηκε κομμάτι κομμάτι…

Από την άλλη ο ΟΗΕ ανακοινώνει ότι η Βόρεια Συμμαχία είναι ένας από τους κυριότερους παραγωγούς οπίου στον πλανήτη. Λεπτομέρεια: Τα αποθέματα οπίου στο Αφγανιστάν φτάνουν για να προμηθεύουν με ηρωίνη μια χώρα 80 εκατομμυρίων ανθρώπων για 20 χρόνια!


Αναγνώστες

About This Blog

  © Blogger templates ProBlogger Template by Ourblogtemplates.com 2008

Back to TOP